Κυριακή 28 Αυγούστου 2011

Στην οικονομική κρίση η λύση είναι το βιβλίο, ο πνευματικός πολιτισμός

Η οικονομική κρίση που πλήττει την Ελλάδα είναι πρωτίστως κρίση ηθική. Όπως και σε μας εδώ. Γιατί η χώρα έφτασε μέχρι εκεί που δεν πάει άλλο, εξαιτίας της διαφθοράς, της κατάχρησης και της αυθαιρεσίας σε όλους τους τομείς της καθημερινής ζωής. Θα δώσουν, επομένως, λύση τα οικονομικά μέτρα, όποια κι αν είναι αυτά; Όχι, δε θα δώσουν οριστική λύση. Η λύση θα δοθεί μέσα από τον πνευματικό πολιτισμό, την καλλιέργεια και σ’ ένα μεγάλο βαθμό με την Παιδεία.
Γι’ αυτό το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου και το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων της Ελλάδας καταρτίζουν, εν μέσω της οικονομικής κρίσης, πρόγραμμα υπό τον τίτλο «Καινοτόμες δράσεις ενίσχυσης της φιλαναγνωσίας των μαθητών». Όπως αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση, με το πρόγραμμα επιχειρείται «μια δυναμική παρέμβαση, μοναδική μέχρι σήμερα σε κλίμακα και διάρκεια». Θα εφαρμοστεί από το τρέχον έτος πιλοτικά για τρία χρόνια με κόστος πάνω από τρία εκατομμύρια ευρώ. Ανάλογα με τα αποτελέσματα, θα επεκταθεί σε όλες τις τάξεις και σε όλα τα δημοτικά σχολεία της χώρας από το 2014. Στόχος είναι η «άμεση εξοικείωση των μικρών μαθητών με το βιβλίο και την ανάγνωση και ειδικότερα η σταδιακή εδραίωση της φιλικής σχέσης με το λογοτεχνικό βιβλίο». Επίσης, «η όξυνση της κριτικής και δημιουργικής σκέψης, η αναζωογόνηση κι ο εμπλουτισμός της φαντασίας και της εφευρετικότητας, η ανάπτυξη της αισθητικής καλλιέργειας και της συναισθηματικής νοημοσύνης τους. Γενικότερα, η καλλιέργεια της γλωσσικής έκφρασης μ’ έμμεσο-βιωματικό τρόπο θα ενισχύσει την ικανότητα των μαθητών στην κατανόηση κειμένων, στην έκφραση απόψεων και ιδεών, συμβάλλοντας στη συγκρότηση της πολυδιάστατης και δημιουργικής προσωπικότητας». Δε χρειάζονται πολλά λόγια και σχόλια από μας. Οι στόχοι που έχουν τεθεί εξηγούν και πόσο ωφέλιμο είναι το βιβλίο για τα παιδιά.
Έτσι, στα πλαίσια των δράσεων για τη φιλαναγνωσία, ανάμεσα σ’ άλλα, θα διοργανωθούν πέραν των 40 σεμιναρίων και 40 ημερίδων για την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, θα προγραμματιστούν πάνω από 3000 επισκέψεις συγγραφέων και εικονογράφων στα σχολεία, καθώς και συνομιλίες-συζητήσεις συγγραφέων και μαθητών με τη χρήση νέων τεχνολογιών (π.χ. Skype-το Ε.ΚΕ.ΒΙ. θα δημιουργήσει ειδικό στούντιο στα γραφεία του οργανισμού) και θα ενισχυθούν οικονομικά και υλικοτεχνικά 100 σχολικές λέσχες ανάγνωσης!
Στην Ελλάδα, οι ιθύνοντες, φαίνεται, λοιπόν, να κατανοούν πως η κρίση είναι βαθύτερη, δεν είναι μόνο οικονομική. Πως η μονοδιάστατη επιδίωξη του χρήματος και του κέρδους οδηγεί σε νέα αδιέξοδα και προβλήματα. Γι’ αυτό απαιτούνται όχι μόνο οικονομικά, αλλά και άλλα μέτρα που θα έχουν αποτελέσματα σε βάθος χρόνου. Εμείς στην Κύπρο το συνειδητοποιήσαμε;

Τρίτη 23 Αυγούστου 2011

Βιβλία μινιατούρες και βιβλία γίγαντες

Ποιο είναι το πιο μικρό σε μέγεθος βιβλίο στον κόσμο και ποιο είναι το πιο μεγάλο; Η ερώτηση δε διατυπώθηκε σε τηλεοπτικό παιγνίδι, αλλά είναι μια απορία που προέκυψε ξαφνικά, μάς έβαλε σε μπελάδες και αρχίσαμε να ψάχνουμε στο διαδίκτυο.
Λοιπόν, το μικρότερο βιβλίο είναι ο Χαμαιλέων του Τσέχοφ (έκδ. 1996, Ομσκ), μόλις 0.9Χ0.9 χιλιοστά, όσο ένας κόκκος άμμου! Έχει τριάντα σελίδες, εννιά γραμμές σε κάθε σελίδα και τρίχρωμες εικόνες. Φυσικά δεν μπορεί να το διαβάσει κανείς με γυμνό μάτι (δείτε το στο You Tube). Ο Πάβλοβιτς είναι μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Miniature Book Society. Στην ιστοσελίδα της οργάνωσης (www.mbs.org) μαθαίνουμε ότι μινιατούρες θεωρούνται όσα βιβλία δεν ξεπερνούν τις τρεις ίντσες σε πλάτος και μήκος. Ωστόσο, υπάρχει ακόμα πιο μικρό βιβλίο, το «Teeny Ted from Turnip Town», μεγέθους 70Χ100 μικρόμετρα (1 μικρόμετρο είναι ίσο με το εκατομμυριοστό του μέτρου!). Και τα δύο αυτά μικροσκοπικά βιβλία περιλαμβάνονται στον κατάλογο Γκίνες.
Για τα βιβλία-μινιατούρες γίνεται της… τρελής από συλλέκτες σε όλο τον κόσμο. Μια από αυτές είναι η Ζαρίφα Σαλάχοβα, η οποία δημιούργησε το Μουσείο Μικροσκοπικών Βιβλίων στο Μπακού του Αζερμπαϊτζάν. Το μουσείο διαθέτει 4,300 μινιατούρες (από 47 χώρες), ορισμένες από τις οποίες είναι αριστουργήματα της βιβλιοδετικής και διακοσμητικής τέχνης. Το παλαιότερο βιβλίο του μουσείου είναι ένα Κοράνι του 17ου αι.  Πάντως, το μεγαλύτερο Μουσείο Μικροσκοπικών Βιβλίων στον κόσμο φαίνεται ότι βρίσκεται στην πόλη Γκορλόφκο της Ουκρανίας με 8-9.000 μινιατούρες (από 67 χώρες σε 103 γλώσσες). Η συλλογή ανήκε στον Βενιαμίν Ραζούμοφ και τη δώρισε στο δήμο της πόλης.
Τα βιβλία μινιατούρες έχουν μακρά ιστορία. Τυπώνονταν για θρησκευτικούς σκοπούς, για προπαγάνδα, ως αλμανάκ ή πρακτικοί και χρήσιμοι οδηγοί για την καθημερινότητα. Κατά το μεσαίωνα τα έφεραν μαζί τους μοναχοί ή ιππότες στη διάρκεια της μάχης. Το 1969, η αυτοβιογραφία του Ρόμπερτ Χάτσινγκτον (μινιατούρα), του «πατέρα της διαστημικής εποχής» ταξίδεψε στο φεγγάρι με το Apollo 11 και επέστρεψε στη γη.
Στον κατάλογο Γκίνες περιλαμβάνεται και τα μεγαλύτερο βιβλίο. Πρόκειται για τον Μικρό Πρίγκιπα του Αντουάν ντε Σεντ Εξιπερί μεγέθους 2.01Χ3.08 μέτρα με 128 σελ. (εκδόσεις Εϊντούρο Γραφίκα Ετιτόρα) που παρουσιάστηκε στην Έκθεση Βιβλίου του Ρίο ντε Τζανέιρο το Σεπτέμβριο του 2007. Αλλά και αυτό έχει ανταγωνιστές. Γιατί ορισμένοι ισχυρίζονται ότι το μεγαλύτερο βιβλίο βρίσκεται στη Μιανμάρ, στην Παγόδα Κουθοντάου. Είναι πέτρινο και διαθέτει 730 φύλλα) και 1460 σελίδες. Κάθε σελίδα έχει ύψος 3Χ5 πόδια.
Το μεγαλύτερο μεσαιωνικό χειρόγραφο είναι ο Codex Gigas (90Χ50 εκατοστά, ζυγίζει 75 κιλά), γνωστός ως η Βίβλος του διαβόλου, εξαιτίας του διαβόλου (50 εκατοστά) που κοσμεί μία από τις σελίδες του, επιβεβαιώνοντας έτσι τη ρήση του Καλλίμαχου του Γραμματικού, Μέγα βιβλίον, μέγα κακόν. Ο κώδικας γράφτηκε στις αρχές του 13ου αιώνα στο μοναστήρι των Βενεδικτίνων στο Ποτλαζίτσε της Βοημίας από τον Χέρμαν τον Ερημίτη. Περιέχει τη Βίβλο στα λατινικά και άλλα ιστορικά ντοκουμέντα και χρονικά. Σήμερα βρίσκεται στην Εθνική Βιβλιοθήκη στη Στοκχόλμη (κλάπηκε το 1648 από τα σουηδικά στρατεύματα κατά τον Τριακονταετή Πόλεμο). Πιστεύεται ότι για να φτιαχτούν τα 310 φύλλα του (αρχικά 320) χρησιμοποιήθηκε το δέρμα 160 γαϊδάρων ή νεαρών αγελάδων. Σύμφωνα με ένα θρύλο, ο κωδικογράφος για να γράψει το βιβλίο, πώλησε την ψυχή του στο διάβολο.
                                                                                                            

Κυριακή 14 Αυγούστου 2011

Νικηφόρος Βρεττάκος: 100 χρόνια από τη γέννησή του

Το 2012 ανακηρύχτηκε «Έτος Νικηφόρου Βρεττάκου» από το Υπουργείο Παιδείας της Ελλάδας. Και το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου ανέλαβε να σχεδιάσει την υλοποίηση του προγράμματος. Όπως γίνεται συνήθως, το Ε.ΚΕ.ΒΙ. αναμένεται να προγραμματίσει, έστω και εν μέσω κρίσης, πολλές δραστηριότητες και εκδηλώσεις για τον σημαντικό αυτόν ποιητή που αγαπούσε και πονούσε την Κύπρο.
Ο Νικηφόρος Βρεττάκος είναι ο ποιητής της αγάπης, της ειρήνης και της δικαιοσύνης. Είναι χαρακτηριστικό το ποίημα του Κύπρος: «Τριγυρνώ εξήντα χρόνια μες στην Κύπρο του κόσμου,/η Κύπρος παντού, αλλά Κύπρος εσύ,/παραφόρτωσες την καρδιά μου με ερείπια και με άταχτα/ριγμένους νεκρούς, πεσμένους ανάσκελα ή μπρούμυτα/ κάτω απ’ το φως/[…]/Θεέ μου, δεν είναι/δεν είναι για όπλα ο τόπος αυτός, […]/εδώ όπου νικάς κατά/βαρβάρων δωρούμενος χάραξες έντονα/σημεία ειρήνης και σημεία φωτός και της κέντησες/το χώμα με λεμονιές, την έκαμες όμορφη/όπως είναι η ψυχή του ποιητή, όταν εμπνέεται./Φωτιά! Δικαιοσύνη, φωτιά κατά τόπους, φωτιά!/Μες στην Κύπρο του κόσμου, η Κύπρος αμύνεται». Στο ποίημα συναντούμε τα χαρακτηριστικά της ποίησης του Βρεττάκου: αγάπη, πίστη στην ειρήνη και τη δικαιοσύνη, θρησκευτικό συναίσθημα. Εδώ το τοπικό ανάγεται στο οικουμενικό, η Κύπρος είναι ο τόπος όπου δοκιμάζεται η ανθρωπότητα.
Στις 19 Οκτωβρίου 1990 η Ένωση Λογοτεχνών Κύπρου είχε διοργανώσει ειδική εκδήλωση προς τιμήν του. Τον τίμησε επίσης το Υπουργείο Παιδείας της Κύπρου. Το περιοδικό «Πνευματική Κύπρος» την ίδια χρονιά είχε δημοσιεύσει αφιέρωμα για τον ποιητή. Ο Βρεττάκος, ήδη πολύ νωρίς, το 1947, ασχολήθηκε με τη λογοτεχνία της Κύπρου, δημοσιεύοντας κριτική παρουσίαση για τους Βαμβακάδες στα «Ελεύθερα Γράμματα» και αργότερα, το 1951 στο «Δημοκρατικό Τύπο» για τα Διηγήματα από τη Μέση Ανατολή του Γιώργου Φιλίππου Πιερίδη. Το 1962, όταν είχε μείνει άνεργος, ο Λουκής Ακρίτας, μεσολάβησε και προσελήφθη το 1964 ως ιματιοφύλακας στο Εθνικό Θέατρο. Για τον Νικηφόρο Βρεττάκο δεν ήταν ντροπή η χειρωνακτική εργασία. Είχε δουλέψει στο παρελθόν ως οικοδόμος, μανάβης, εργάτης σε βαφεία και μεταξουργεία. Άλλωστε, ο ίδιος θεωρούσε ότι ακόμα και τη στιγμή της ποιητής δημιουργίας και γραφής εξακολουθούσε να είναι εργάτης.
Μπορεί να είχε στρατευτεί με την αριστερά, αλλά παρέμεινε ένας ελεύθερος πνευματικός άνθρωπος, διωγμένος και από τις δύο παρατάξεις. Όταν εξέδωσε το έργο του Όταν δυο άνθρωποι μιλούν για την ειρήνη του κόσμου, διαγράφτηκε από το Κ.Κ.Ε. και απομακρύνθηκε από το περιοδικό «Ελεύθερα Γράμματα» του οποίου ήταν διευθυντής. Ήταν ο ποιητής του Ταΰγετου, τον οποίο ύμνησε στα ποιήματά του. Εκεί γεννήθηκε, μεγάλωσε και τελικά πέθανε όπως θα ήθελε, στη σκιά του, στο πατρικό του κτήμα στην Πλουμίτσα το 1991. Τιμήθηκε με πολλά βραβεία, ήταν μέλος της Ακαδημίας Αθηνών και προτάθηκε τέσσερις φορές για το βραβείο Νόμπελ λογοτεχνίας.
Το 2012, λοιπόν, είναι αφιερωμένο στον Νικηφόρο Βρεττάκο. Φέτος, το 2011 είναι αφιερωμένο στα 100 χρόνια από τη γέννηση του Οδυσσέα Ελύτη. Πραγματοποιήθηκαν και προγραμματίστηκαν πολλές εκδηλώσεις. Κάτι ανάλογο, φανταζόμαστε, θα γίνει και για τον Βρεττάκο. Αλλά το δικό μας Υπουργείο Παιδείας, ως είθισται, μάλλον, θα λάμψει διά της απουσίας του. Το έτος Βρεττάκου θα περάσει απαρατήρητο. Το πιο απαράδεκτο είναι που ούτε ένα ποίημά του δεν περιλαμβάνεται στα λογοτεχνικά κείμενα της Μέσης Εκπαίδευσης. Αυτή είναι η ανταμοιβή σε έναν ποιητή που αγάπησε την Κύπρο. Ντροπή!


Κυριακή 7 Αυγούστου 2011

Προστατέψτε τα βιβλία σας!


Τα βιβλία εκτός από τους ανθρώπους έχουν και πολλούς άλλους εχθρούς: τα ζωύφια, το φως, τη θερμοκρασία, τον τρόπο αποθήκευσης. Αλλά, δυστυχώς, ακόμα και χωρίς αυτούς τους εχθρούς θα είχαν ημερομηνία λήξης. Γιατί φέρουν μέσα στα κύτταρά τους τη γήρανση και την καταστροφή τους, καθώς το χαρτί από ξύλο περιέχει λιγνίνη που συμβάλλει στην οξύτητα και την καταστροφή του βιβλίου (πολλές μεγάλες βιβλιοθήκες σήμερα αντιμετωπίζουν  πρόβλημα με το 20% των βιβλίων τους). Μέχρι τα μέσα του 20ου αι. τυπώνονταν σε χαρτί από κουρέλια και άντεχαν στους εχθρούς και το χρόνο. Ωστόσο, από τότε μέχρι και σήμερα κυριάρχησε το χαρτί από ξύλο. Οι ειδικοί λένε πως ο χρόνος ζωής τους δεν ξεπερνά τα 70 χρόνια. Αυτό διαπιστώνεται εύκολα, αν αγγίξει κανείς τις σελίδες ενός βιβλίου που υπάρχει στη βιβλιοθήκη του για μερικές δεκαετίες. Το χαρτί είναι πια κίτρινο, οι σελίδες μοιάζουν έτοιμες να διαλυθούν.
Τι μπορούμε να κάνουμε, λοιπόν, ώστε να παρατείνουμε όσο γίνεται τη διάρκεια της ζωής τους; Ο Ουμπέρτο Έκο, για να τα προστατέψει από το σαράκι και άλλα ζωύφια, όπως εξομολογείται στο βιβλίο του Αναμνήσεις επί χάρτου  (Ελληνικά Γράμματα, 2007), ρώτησε τους ειδικούς τι να κάνει. Τού πρότειναν να χρησιμοποιήσει το αέριο Ζυκλόν για να απολυμάνει τα βιβλία! Τι είναι αυτό; Είναι το αέριο που χρησιμοποίησαν οι ναζί στους θαλάμους αερίων, για να εξοντώσουν τους Εβραίους! Και να φανταστεί κανείς ότι πρώτος το χρησιμοποίησε ως εντομοκτόνο ο Εβραίος χημικός Φριτς Χάμπερ (κέρδισε το βραβείο Νόμπελ χημείας το 1918). Υπάρχει ακόμα στο εμπόριο. Τώρα για να εξολοθρεύει το σαράκι! Ο Έκο το αρνήθηκε. Και τού εισηγήθηκαν εναλλακτική λύση: Να τοποθετήσει στη βιβλιοθήκη του ένα τεράστιο σιδερένιο ξυπνητήρι, από αυτά που και να θέλεις τη νύχτα να κοιμηθείς είναι αδύνατον, γιατί ακούς τον αδιάκοπο, ρυθμικό θόρυβό τους. Το ξυπνητήρι δονεί ολόκληρη τη βιβλιοθήκη και το σαράκι τρομαγμένο πεθάνει μέσα στην κρυψώνα του, αφού φοβάται να ξεμυτίσει, για να φάει το χαρτί.
Τα έντομα που επιτίθενται στα βιβλία είναι πολλά: τερμίτες, σκαθάρια, ψαράκια, κατσαρίδες. Υπάρχει τρόπος να απαλλαγεί κανείς από αυτά, με ψεκασμούς και προϊόντα που κυκλοφορούν στην αγορά. Καλύτερα, όμως, να συμβουλευτεί  έναν ειδικό.
Άλλοι κίνδυνοι για το βιβλίο είναι η ατμοσφαιρική ρύπανση, το φως, η απρόσεκτη φύλαξη και χρήση, οι ακραίες θερμοκρασίες, η σκόνη. Η κατάλληλη θερμοκρασία μιας βιβλιοθήκες είναι μεταξύ 16-19 βαθμούς κελσίου και τα επίπεδα υγρασίας στο 40-60%. Ακατάλληλοι χώροι για να στεγάσουν μια βιβλιοθήκη είναι οι σοφίτες (υψηλές θερμοκρασίες το καλοκαίρι, χαμηλές το χειμώνα), τα υπόγεια και τα δωμάτια στα οποία υπάρχουν πλυντήρια, στεγνωτήρια και άλλα μηχανήματα. Τα βιβλία δεν πρέπει να τοποθετούνται δίπλα σε σώματα θέρμανσης και σωλήνες που μεταφέρουν ζεστό νερό. Η βιβλιοθήκη πρέπει να καθαρίζεται συχνά και ν’ αφαιρείται η σκόνη από τα ράφια και τα βιβλία, για να αποτραπεί η δημιουργία μούχλας.
Πάντως, ο σημαντικός παράγοντας καταστροφής των βιβλίων είναι ο άνθρωπος. Σκεφτείτε μονάχα τις τελετουργικές πυρές καταστροφής των βιβλίων κατά το παρελθόν. Αλλά και η σύγχρονη αδιαφορία και η έλλειψη πολιτικής για τη διάδοση της φιλαναγνωσίας βλάπτει σοβαρά το βιβλίο.

Σάββατο 6 Αυγούστου 2011

Καλοκαιρινές προτάσεις για λογοτεχνικές αναγνώσεις

Το καλοκαίρι οι φίλοι του βιβλίου αυξάνονται. Πολλοί περιστασιακοί και συστηματικοί αναγνώστες θα πέσουν με τα μούτρα στη λογοτεχνία. Υπάρχει περισσότερος χρόνος, υπάρχει και η διάθεση. Είναι η περίοδος των διακοπών. Ακόμα και το βράδυ, έξω στο μπαλκόνι ή στον κήπο μας, το διάβασμα είναι απόλαυση. Γι’ αυτό οι εκδοτικοί οίκοι βρίσκονται σε πυρετώδεις διαδικασίες, προσπαθώντας να προλάβουν την περίοδο των διακοπών, για να ρίξουν στην αγορά νέες εκδόσεις με ελκυστικά ονόματα και τίτλους βιβλίων.
Αλλά, τι θα μπορούσε να προτείνει κανείς, σε όσους αγαπούν τη λογοτεχνία, για να διαβάσει αυτό το καλοκαίρι;
Πρώτα πρώτα το σημαντικότερο λογοτεχνικό βιβλίο όλων των εποχών, την Οδύσσεια, στην οποία τίθενται για πρώτη φορά όλα τα μεγάλα ζητήματα που απασχολούν τον άνθρωπο. Σ’ αυτό έχουν δοκιμαστεί οι κυριότερες αφηγηματικές τεχνικές. Από την Οδύσσεια αντλούν έμπνευση όλοι οι μεγάλοι συγγραφείς. Είναι ένα βιβλίο που ταιριάζει απόλυτα στις καλοκαιρινές διακοπές: παραλία, θάλασσα, ταξίδι, ομηρικά τοπία.
Μια δεύτερη επιλογή είναι ο Γλάρος Ιωνάθαν Λίβιγκστον του Ρ. Μπαχ. Μπορεί αυτό το βιβλίο να απορρίφθηκε από δεκάδες εκδοτικούς οίκους, αλλά όταν κυκλοφόρησε, πώλησε εκατομμύρια αντίτυπα σε όλο τον κόσμο. Ο Γλάρος Ιωνάθαν είναι πια ένα σύμβολο της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Όσοι τολμούν ή ονειρεύονται να ανοίξουν τα φτερά τους και να πετάξουν, θα ταυτιστούν απόλυτα μαζί του.
Απ’ εδώ και πέρα, προτείνονται βιβλία από δύο εκτεταμένους βιβλιογραφικούς καταλόγους, που συγκροτήθηκαν τα τελευταία χρόνια: τα 1000 βιβλία που πρότεινε η Guardian Review και το βιβλίο «1001 βιβλία που πρέπει να διαβάσετε πριν πεθάνετε»(!) του Πίτερ Μπόξαλ. Σ’ αυτούς περιλαμβάνονται και ελληνικά ονόματα: Ν. Καζαντζάκης (Ο τελευταίος πειρασμός, Ζορμπάς ο Έλληνας), ο Βασίλης Βασιλικός (Ζ) και οι «αγγλόφωνοι» Τζέφρι Ευγενίδης (Αυτόχειρες παρθένοι, Middlesex) και Τζορτζ Πελεκάνος (Φλεγόμενη πόλη, Η μεγάλη έκρηξη).
Δε θα μπορούσε να λείψει από μια τέτοια πρόταση ο Ζοζέ Σαραμάγκου. Η χρονιά που πέθανε ο Ρικάρντο Ρέις συγκεντρώνει αρκετά από τα χαρακτηριστικά του μεγάλου πεζογράφου: μακροπερίοδος λόγος, πνευματώδες χιούμορ, ειρωνεία και οξύτατο πνεύμα, καθώς ακολουθεί τον ήρωά του χωρίς ανάσα κατά πόδας. Ανάμεσα στα βιβλία του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μαρκές ξεχωρίζουμε τα βιβλία Έρωτας στα χρόνια της χολέρας (ή και το Εκατό χρόνια μοναξιάς) και Το Φθινόπωρο του πατριάρχη για το ανατρεπτικό τους χιούμορ και φυσικά το μαγικό τους ρεαλισμό. Σειρά έχουν τα Μαύρα σκυλιά του Ίαν Μακγιούαν που με την απλότητα της γραφής του πραγματεύεται τη σκοτεινή ανθρώπινη φύση, τις φοβίες, το αναπάντεχο και την πάλη με το συνειδητό ή το ασυνείδητο. Περίπου στο ίδιο μήκος κύματος κινείται Το στρίψιμο της βίδας του Χένρι Τζέιμς και το πιο πρόσφατο Η κρυφή ιστορία της Ντόνα Ταρτ (αξίζει μόνο και μόνο να το διαβάσει κανείς για τον απίθανο χαρακτήρα του Μπάνι), ενώ στο βιβλίο του Η ατίμωση ο Τζ. Κούτσι καταπιάνεται με το θέμα της ηττοπαθούς αποδοχής της μοίρας και στο τέλος με τη συμφιλίωση με τον εαυτό μας. Ο Αλ. Σολτζενίτσιν στο Μια μέρα στη ζωή του Ιβάν Ντενίσοβιτς ξεσπαθώνει κατά της καταπίεσης στα γκουλάκ την εποχή του σοβιετικού καθεστώτος (δημοσιεύτηκε το 1962 στη Σ.Ε. κατόπιν άδειας από τον Χρουτσόφ!). Το ξεγύμνωμα γίνεται με μια σκόπιμα ακατέργαστη γλώσσα, που αποδίδει απόλυτα την καθημερινότητα του ήρωά του και την αγωνία του να κρατηθεί από τη ζωή μέσα σε εξοντωτικές συνθήκες. Αλλά και το ανατριχιαστικά προφητικό 1984 του Τζ. Όργουελ υπαινίσσεται τον ασφυκτικό έλεγχο του σοβιετικού καθεστώτος επί Στάλιν, αλλά είναι ταυτόχρονα και εξαιρετικά επίκαιρο για την εποχή μας, εξαιτίας της εθελούσιας υποταγής μας στους πάσης φύσεως Μεγάλους Αδελφούς. Παρόμοια, σ’ ένα βαθμό, για τη συντριβή του σύγχρονου ατόμου μέσα στις συμπληγάδες της εξουσίας, της αυθαιρεσίας της και της γραφειοκρατίας είναι και η Δίκη του Κάφκα. Για την απομόνωση και τη μοναξιά του σύγχρονου ανθρώπου αντιπροσωπευτικό είναι το βιβλίο Ο λύκος της στέπας του Έρμαν Έσσε.
Μια κατηγορία βιβλίων που αξίζει κανείς να διαβάσει για την πρωτοτυπία τους, καθώς γράφτηκαν στο α΄ μισό του 20ου αι. και άνοιξαν νέους δρόμους για τη λογοτεχνία είναι Ο Φύλακας στη σίκαλη του Σάλιντζερ (απαγορεύτηκε σε κάποιες χώρες και σε σχολεία των Η.Π.Α. και μάλιστα ορισμένοι καθηγητές που ανέθεσαν εργασίες σε μαθητές τους στη δεκαετία του 1970 απολύθηκαν), το Στο δρόμο του Τζ. Κέρουακ (αντιπροσωπευτικό της γενιάς των μπιτ, επηρέασε και τον κινηματογράφο: road movies) και Ο τροπικός του καρκίνου του Χένρι Μίλερ (το βιβλίο αντιμετώπισε κατηγορίες για ηθική αισχρότητα και δόθηκε δικαστικός αγώνας για να κυκλοφορήσει ελεύθερα στις Η.Π.Α.). Πρόκειται για βιβλία που εστιάζονται με τη ρεαλιστική τους γραφή στον πλάνητα βίο των πρωταγωνιστών τους, την αντισυμβατική ζωή, την αναζήτηση της απόλυτης ελευθερίας μακριά από καταναγκασμούς. Θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν «βιβλία της αλητείας». Άλλο ένα σύμβολο και κλασικό πια βιβλίο είναι η Λολίτα του Ναμπόκοφ (εν πολλοίς διαδραματίζεται κι αυτό στους δρόμους της Αμερικής). Έργο υπαινικτικό, αλληγορικό, ρεαλιστικό, αμαρτωλό, όπως και να ιδωθεί ο άνομος έρωτας του μεσήλικα καθηγητή για ένα ανήλικο κορίτσι, αξίζει να το διαβάσει κανείς.
Τα σταφύλια της οργής του Τζ. Στάινμπεκ, είναι κλασικό, αλλά και ιδιαίτερα επίκαιρο στην εποχή μας, μια και η διεθνής οικονομική κρίση έχει βυθίσει πολλούς και ιδιαίτερα τα κατώτερα και μεσαία κοινωνικά στρώματα στην απελπισία και την εξαθλίωση. Πέραν των άλλων βιβλίων του Στάινμπεκ, αξίζει να αναζητήσετε το Η πεδιάδα της Τορτίγια (βιβλίο «αλητείας» κι αυτό). Η πανούκλα του Αλμπέρ Καμύ είναι ένα συγκλονιστικό έργο που εκδόθηκε το 1947, την επαύριο του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Με αλληγορικό τρόπο αναφέρεται στη φρίκη και τον τρόμο, τότε που η ανθρωπότητα σύρθηκε στο χορό του θανάτου, την πιο βάρβαρη εποχή από καταβολής κόσμου.
Το εμβατήριο Ραντέσκυ του Γιόζεφ Ροτ, συστήνεται σε όσους αρέσκονται στο ιστορικό μυθιστόρημα. Θα παρακολουθήσουν τη ζωή στην αυστροουγγρική αυτοκρατορία από τα μέσα του 19ου μέχρι τη διάλυσή της με τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αλλά επιβάλλεται να διαβάσει κανείς και το αριστουργηματικό Ουδέν νεώτερο από το δυτικό μέτωπο του Έ. Μ. Ρεμάρκ, ένα άκρως αντιπολεμικό βιβλίο. Ο συγγραφέας υψώνει κραυγή καταγγελίας ενάντια στον πόλεμο και τους πολεμοκάπηλους. Και στα δύο αυτά βιβλία ο άνθρωπος συντρίβεται στις μυλόπετρες της ιστορίας, καθώς οι πρωταγωνιστές βρίσκουν τραγικό τέλος στο πεδίο των μαχών.
Δε θα μπορούσε, βέβαια, να λείπει απ’ εδώ ο Ντοστογιέφσκι. Τα βιβλία του στους καταλόγους είναι πολλά: Αδελφοί Καραμαζόφ, Ο ηλίθιος, Έγκλημα και Τιμωρία, Οι δαιμονισμένοι ανάμεσα σ’ άλλα. Είναι ο συγγραφέας που διείσδυσε περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο στον ανθρώπινο ψυχισμό. Ο πρίγκιπας Μίσκιν και ο Ρασκόλνικοφ είναι αναγνωρίσιμα διαχρονικά σύμβολα και σημεία αναφοράς στην παγκόσμια λογοτεχνία. Φτάνει να μην τρομάξει κανείς από τον όγκο των βιβλίων του. Η σονάτα του Κρόιτσερ του Τολστόι προτείνεται, γιατί είναι σχετικά ολιγοσέλιδο συγκριτικά με τα ογκωδέστατα βιβλία του Πόλεμος και Ειρήνη ή Άννα Καρένινα. Είναι ένα βιβλίο για τον έρωτα και την απιστία. Για αλλαγή ακούστε κατά την ανάγνωση την ομώνυμη σονάτα του Μπετόβεν. Το βιβλίο είχε απαγορευτεί στη Ρωσία. [Με παρόμοια θεματική, αλλά πολύ προκλητικότερο είναι το μυθιστόρημα του Ντ. Λόρενς Ο εραστής της λαίδης Τσάτερλι (στην ίδια τη Βρετανία εκδόθηκε μόλις το 1960, αφού πέρασε από δίκη, γιατί προκαλούσε τα ήθη της πουριτανικής Αγγλίας. Προηγουμένως είχε απαγορευτεί και σε άλλες χώρες)]. Και μια και αναφερόμαστε στη ρωσική λογοτεχνία, αξίζει να διαβάσει κανείς τις Νεκρές Ψυχές του Γκόγκολ (ή τα Η μύτη και Το παλτό), ένα έργο διαχρονικό που ξεσκεπάζει τη δουλοπαροικία, τους καταπιεστές, την υποκρισία στην εποχή της τσαρικής Ρωσίας. Ένα όμορφο βιβλίο-παραμύθι, για να περάσει κανείς υπέροχα είναι το Μετάξι του Αλ. Μπαρίκο. Γραμμένο για όσους θέλουν να ξεφύγουν από την καθημερινότητά και να ταξιδεύουν έστω νοερά στα πέρατα του κόσμου. Αλλά, και το Χίλιες και μια νύχτες υπόσχεται να σάς ταξιδέψει στο μαγικό κόσμο των παραμυθιών της Ανατολής και στη γοητεία της Σεχραζάτ. Και για να ξαναθυμηθεί κανείς την παιδική του ηλικία, υπάρχουν ο Όλιβερ Τουίστ και οι Μεγάλες Προσδοκίες του Ντίκενς, Ο κόμης Μοντεκρίστο του Αλ. Δουμά, Το νησί των θησαυρών του Ρ. Στίβενσον και ο Δον Κιχώτης του Θερβάντες.   
Όσον αφορά στην ελληνική λογοτεχνία, πριν δύο χρόνια 60 Έλληνες συγγραφείς κατέγραψαν τα 100 σπουδαιότερα, κατά την άποψή τους, βιβλία (ελληνικά και ξένα) για λογαριασμό του περιοδικού «Ταχυδρόμος». Για λόγους οικονομίας, θα αναφέρουμε μόνο τους Έλληνες συγγραφείς, όχι τα βιβλία: Καζαντζάκης, Καβάφης, Αλεξάνδρου, Όμηρος, Θουκυδίδης, Ηρόδοτος, Βιζυηνός, Ροΐδης, Ιωάννου, Δέλτα, Σοφοκλής, Ευριπίδης, Αισχύλος, Πλάτωνας, Ξενοφώντας, Μακρυγιάννης, Σεφέρης, Σολωμός, Πολίτης, Παπαδιαμάντης, Τσίρκας.
Πάρτε, λοιπόν, γερή δόση λογοτεχνίας αυτό το καλοκαίρι. Ιδιαίτερα εξαιτίας όσων ζοφερών συμβαίνουν τον τελευταίο καιρό (βλέπε πολιτική, οικονομία) και διαμορφώνουν μια γκρίζα και μελαγχολική πραγματικότητα. Αλλά, προσοχή! Η παραλογοτεχνία βλάπτει σοβαρά την αξιοπρέπεια και τον ψυχισμό μας. Διαβάζουμε μόνο σοβαρά βιβλία. Καλή ανάγνωση.

Το κοιμητήριο της Πράγας του Έκο και η Κύπρος

Ποια σχέση μπορεί να έχει το τελευταίο μυθιστόρημα του Ουμπέρτο Έκο Το κοιμητήριο της Πράγας με την Κύπρο; Φαινομενικά καμία. Πουθενά δεν αναφέρεται η Κύπρος. Ακόμα και το ιστορικό περίγραμμα (μέσα 19ου αιώνα και εξής: διεργασίες για ενοποίηση Ιταλίας, Γαλλοπρωσικός πόλεμος, Η κομούνα των Παρισίων, το σκάνδαλο Ντρέιφους) και οι χώροι (Τορίνο, Σικελία, Παρίσι), όπου εκτυλίσσεται η ιστορία, μοιάζουν ολότελα ξένα σε μας. Ωστόσο, υπάρχει μια υπόγεια παράμετρος που συνδέει κατά κάποιο τρόπο, μια υπόθεση κάνουμε, το βιβλίο με την Κύπρο.
Ο πρωταγωνιστής της ιστορίας είναι ο λοχαγός Σιμόνε Σιμονίνι (το μόνο φανταστικό πρόσωπο του βιβλίου), ο οποίος μισεί τους μασόνους και τους Ιησουίτες αλλά ιδιαίτερα τους Εβραίους. Είναι παραχαράκτης και συντάσσει πλαστογραφημένα έγγραφα. «Είναι ωραίο», λέει ο Σιμονίνι, «να κατασκευάζεις από το τίποτα μια συμβολαιογραφική πράξη, να πλαστογραφείς ένα γράμμα που μοιάζει αληθινό, να εκπονείς μια ντροπιαστική εξομολόγηση, να δημιουργείς ένα ντοκουμέντο που θα οδηγήσει κάποιον στην απώλεια. Η δύναμη της τέχνης…» Αυτός κρύβεται πίσω από πλεκτάνες, για να κατηγορήσει τους μασόνους και τους Εβραίους. Στο μυθιστόρημα γίνεται αναφορά σε σωρεία βιβλίων με χαλκευμένα στοιχεία. Μέσα από συνεχείς λογοκλοπές και υπερβολές, η συκοφαντία θα περάσει από το ένα στο άλλο, για να καταλήξει στο Πρωτόκολλο των Σοφών της Σιών, που κυκλοφόρησε στη Ρωσία το 1903. Αυτό πυροδότησε το πογκρόμ του 1903-1906 του τσαρικού καθεστώτος κατά των Εβραίων και επηρέασε τον Χίτλερ για την εξόντωσή τους.
Βασική θεματική παράμετρος του βιβλίου είναι, λοιπόν, η παραχάραξη και η λογοκλοπή. Γιατί, όμως, ασχολήθηκε με αυτό το ζήτημα ο Έκο; Άραγε να του έχει μείνει απωθημένο από τη δικαστική περιπέτεια που είχε εδώ στην Κύπρο (1989-1992); Τότε ο Κύπριος συγγραφέας Κώστας Σωκράτους είχε κινήσει αγωγή κατά του Ιταλού και του Ελλαδίτη εκδότη του μυθιστορήματος Το όνομα του Ρόδου. Ο Σωκράτους αξίωνε μεγάλη αποζημίωση και κατηγορούσε τον Έκο για λογοκλοπή του μυθιστορήματός του Ο αφορισμένος (1964). Εξέδωσε μάλιστα και τρία μελετήματα στα οποία καταγράφονταν εκατοντάδες, όπως ισχυριζόταν, ομοιότητες στη μορφή και το περιεχόμενο. Τελικά, ο Σωκράτους έχασε τη δίκη.
Αλλά και το βιβλίο του Έκο Το εκκρεμές του Φουκώ προκάλεσε σχόλια σχετικά με την πιθανή αντιγραφή της θεματικής του (συνωμοσίες, μυστικισμός) από τον Κώδικα Ντα Βίντσι του Νταν Μπράουν. Τότε, πολλοί δημοσιογράφοι και κριτικοί επέμεναν να ρωτούν τον Έκο, για να πάρουν την απάντηση: «Ο Νταν Μπράουν είναι ένας από τους χαρακτήρες του βιβλίου μου».
Από τον Κώστα Σωκράτους στον Νταν Μπράουν λοιπόν. Και ακόμα πιο πέρα. Γιατί η ιστορία έχει και συνέχεια. Σήμερα η πρύτανης ενός γαλλικού πανεπιστημίου στη Γαλλική Πολυνησία, η Λουίζ Πέλτζερ κατηγορείται ότι έκλεψε εκτεταμένα αποσπάσματα, συχνά κατά λέξη, από το βιβλίο του Έκο Η αναζήτηση για την τέλεια γλώσσα-η δημιουργία της Ευρώπης και τα πέρασε στο δικό της Γλώσσες και Άνθρωποι.
Τελικά, είτε από τη Γαλλική Πολυνησία είτε από την Αμερική ή την Κύπρο θα τη βρει ο Έκο. Δεν τη γλυτώνει. Η λογοκλοπή τον κυνηγάει παντού. Βλέπετε, Η δύναμη της τέχνης…

Μια φορά κι έναν καιρό…

Μήπως ανήκετε στους γονείς που δε διαβάζουν παραμύθια στα παιδιά τους; Αν ναι, τότε είστε μέλος της μεγάλης πλειοψηφίας. Γιατί στην Κύπρο είναι γεγονός πως δε διαβάζουμε παραμύθια στα παιδιά μας. Κι όμως, τα οφέλη για τα παιδιά είναι πολλαπλά, γιατί συμβάλλουν στη γενικότερη ψυχοπνευματική τους ανάπτυξη. Σ’ αυτό κατατείνουν οι απόψεις όλων των ειδικών.
Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα που διεξήχθη στη Μ. Βρετανία, το 52 % των γονέων εξακολουθούν να διαβάζουν παραμύθια στα παιδιά τους. Σε μας δεν υπάρχει ανάλογη μελέτη, αλλά το ποσοστό αυτό θα ήταν, μάλλον, πολύ πιο χαμηλό.
Η ανάγνωση ή η αφήγηση διαμορφώνουν μοναδικούς δεσμούς ανάμεσα στο παιδί και τους γονείς. Οι τελευταίοι, οφείλουν, πριν τα παιδιά πάνε για ύπνο, να βρουν χρόνο, να καθίσουν μαζί του 5-10 λεπτά και να μοιραστούν μια ποιοτική εμπειρία.
Τα παιδιά μυούνται έτσι στο μαγευτικό κόσμο του βιβλίου. Και μάλιστα, όσα έρχονται σε επαφή με το παραμύθι, φαίνεται να το προτιμούν από την  τηλεόραση και τα βιντεοπαιχνίδια, γιατί ηρεμούν και χαλαρώνουν καλύτερα. Αυτό κατέδειξε έρευνα που έγινε παλαιότερα στο Οχάιο. Το παραμύθι συμβάλλει, λοιπόν, στην ανάπτυξη της φαντασίας, στην ψυχική ολοκλήρωση, στην καλλιέργεια του λεξιλογίου, στην εμπέδωση της πίστης στις ηθικές αξίες. Τα παιδιά μαθαίνουν πως ο αγώνας του καλού κατά του κακού έχει ευτυχές τέλος και πως μπορεί κι αυτό να αντεπεξέλθει στις δυσκολίες που του παρουσιάζονται.
Οι ειδικοί υποστηρίζουν πως η ανάγνωση του παραμυθιού πρέπει να ενταχθεί στο καθημερινό μας πρόγραμμα. Ο γονιός θα διαβάζει κάθε βράδυ στο παιδί και θα ακολουθεί με το δάχτυλο το κείμενο και τις λέξεις, θα χρωματίζει το ύφος του και θα μιμείται τις φωνές των ζώων. Όταν τελειώσει το παραμύθι, ακολουθεί σιωπή, ώστε να επενεργήσει ελεύθερα στη φαντασία και το συναισθηματικό κόσμο του παιδιού, που θα στοχαστεί τον αλληγορικό χαρακτήρα και τα σύμβολα της ιστορίας. Για το παραμύθι θα μπορούσε να γίνει επιλογή από τα παραδοσιακά της Κύπρου και της Ελλάδας, τους μύθους του Αισώπου, τον Χανς Κρίστιαν Άντερσεν, τους αδελφούς Γκριμ. Μόνο που αυτό πρέπει πρώτιστα να αρέσει στο παιδί ή τουλάχιστον να συναποφασίζει με τους γονείς του..
Αλλά είναι σημαντικό να δημιουργηθεί μια μικρή βιβλιοθήκη στο σπίτι με παραμύθια και παιδικά βιβλία. Και σ’ αυτήν να έχει απρόσκοπτη πρόσβαση το παιδί, ώστε να τα παίρνει και να τα περιεργάζεται. Ένας ακόμα αποτελεσματικός τρόπος να του εμφυσήσουμε την αγάπη για το βιβλίο είναι οι κοινές επισκέψεις στη βιβλιοθήκη της περιοχής μας. Το παιδί θα μάθει να δανείζεται, με καθοδήγηση, ποιοτικά βιβλία. Αν οι γονείς επιθυμούν να καλλιεργήσουν από μικρή ηλικία στα παιδιά την απόλαυση της ανάγνωσης. Αν θέλουν να επενδύσουν μακροπρόθεσμα στο χρηματιστήριο των αξιών. Έτσι, θα γίνει πράξη στην καθημερινότητα η φράση Και έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα
Αν είστε, λοιπόν, κι εσείς ένας από τους πολλούς γονείς που, δυστυχώς, δε διαβάζουν παραμύθια στα παιδιά τους, αναλογιστείτε, πόσα εφόδια στερείτε από το παιδί σας να διαμορφώσει έναν ισορροπημένο χαρακτήρα και να αντιμετωπίσει αργότερα τον κόσμο των μεγάλων. Αν αρχίσατε να έχετε τύψεις, βρίσκεστε σε καλό δρόμο.

Η Τέα Όμπρεχτ και η Κύπρος

Στην Τέα Όμπρεχτ απονεμήθηκε στις 8 Ιουνίου το λογοτεχνικό βραβείο Orange για βιβλίο της «Η γυναίκα του Τίγρη». Πρόκειται για τη μικρότερη σε ηλικία συγγραφέα που καταφέρνει να αποσπάσει το βραβείο. Το Orange απονέμεται σε γυναίκες συγγραφείς που εξέδωσαν τα βιβλία τους στο Ηνωμένο Βασίλειο, στην αγγλική γλώσσα. Είναι ένα από τα σημαντικότερα βρετανικά βραβεία λογοτεχνίας μαζί με το Man Booker Prize (επιτέλους, φέτος θα δοθεί στον Φίλιπ Ροθ)  και τα Costa Book Awards.
Η 25χρονη Όμπρεχτ έχει συμπεριληφθεί στον κατάλογο του The New Yorker για τους 20 καλύτερους Αμερικάνους συγγραφείς κάτω των 40 και στον αντίστοιχο κατάλογο του Εθνικού Οργανισμού Βιβλίου για τους πέντε συγγραφείς κάτω των 35. Το βιβλίο της αναφέρεται στον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας και εντυπωσίασε τους κριτές για τη λοξή ματιά της (σύζευξη φαντασίας και ωμού ρεαλισμού), με την οποία πραγματεύεται την τραγωδία της βαλκανικής χερσονήσου. Κάτι ανάλογο, με παρόμοια θεματική, και βραβεύσεις (Γερμανία), πέτυχε και ο επίσης νεαρός συγγραφέας από τη Γιουγκοσλαβία, Σάσα Στάνισιτς με το βιβλίο του «Πώς επισκευάζει ο στρατιώτης το Γραμμόφωνο» (εκδ. Μίνωας 2008).
Το ενδιαφέρον για μας είναι πως η Όμπρεχτ σχετίζεται με την Κύπρο. Όταν ξέσπασε ο πόλεμος στη Γιουγκοσλαβία, έφτασε στο νησί με την οικογένειά της (αργότερα έφυγε για την Αίγυπτο και το 1997 εγκαταστάθηκε στις Η.Π.Α.). Σε συνέντευξη στους New York Times (14 Μαρτ. 2011), δήλωσε πως η επαφή της με τη συγγραφή και το βιβλίο ξεκίνησε στην Κύπρο. Περνούσε τον περισσότερο ελεύθερο χρόνο της διαβάζοντας και γράφοντας «σε σημείο που να μην κοινωνικοποιείται φυσιολογικά». Σχολίασε ότι σήμερα είναι εύθυμη και κοινωνική και θυμάται ότι είχε κυρίως χαρούμενα παιδικά χρόνια. «Στην Κύπρο και την Αίγυπτο», πρόσθεσε, «δεν υπήρχαν ταραχές, όταν βρισκόμουν εκεί. Αλλά ήταν παρούσα αυτή η υπόγεια ανησυχία που, νομίζω, κυριαρχεί στη νεανική κουλτούρα. Και πιστεύω ότι βιώνοντάς τη στη διάρκεια της εφηβείας μου, ήμουν ικανή να την κατανοήσω περισσότερο απ’ ό, τι σε άλλες συνθήκες». Σε όλα τα βιογραφικά της καταγράφεται το πέρασμά της από την Κύπρο.
Δεν είναι η πρώτη φορά που διάσημοι συγγραφείς λογοτεχνίας έζησαν στην Κύπρο. Κατά διαστήματα, ανάμεσα στο 1878 και το 1880 εδώ πέρασε μερικούς μήνες, εγκαταλείποντάς το νησί με επεισοδιακό, όπως φαίνεται, τρόπο, ο τυχοδιώκτης ποιητής των «Εκλάμψεων» και του «Μια εποχή στην κόλαση» Αρθούρος Ρεμπώ. Αλλά και ο Λόρενς Ντάρελ, ο συγγραφέας  των «Πικρολέμονων», που αναφέρεται στον Αγώνα του 1955-59 (μεταφράστηκε στα ελληνικά από τον «δικό» μας Αιμίλιο Χουρμούζιο) και κέρδισε (1957) το βραβείο Duff Cooper Prize (όπως και ο Πάτρικ Λη Φέρμορ για το βιβλίο του «Μάνη» που απεβίωσε πριν λίγες μέρες). Ο Ντάρελ έζησε στο νησί από το 1953 μέχρι το 1956, δίδαξε στο Παγκύπριο Γυμνάσιο και υπηρέτησε ως υπεύθυνος του Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών. Στην Κύπρο άρχισε να γράφει και το αριστούργημά του «Αλεξανδρινό Κουαρτέτο». Από την Κύπρο έφυγε κακήν κακώς ως ανεπιθύμητος για το σκοτεινό του ρόλο στη διάρκεια του Αγώνα. Οι δύο διάσημοι συγγραφείς είχαν, λοιπόν, δυσάρεστες περιπέτειες στην Κύπρο. Αλλά, η Όμπρεχτ φαίνεται πως έχει, μάλλον, ευχάριστες αναμνήσεις.

Συγγραφείς εκατομμυρίων

Μπορεί στην Κύπρο τα ευπώλητα βιβλία λογοτεχνίας να μην ξεπερνούν τις λίγες εκατοντάδες αντίτυπα και στην Ελλάδα τις μερικές δεκάδες χιλιάδες, αλλά στο εξωτερικό κινούνται σε αστρονομικούς ρυθμούς. Τα δε κλασικά πια βιβλία αριθμούν δεκάδες, εκατοντάδες εκατομμύρια.
Στο διαδίκτυο κυκλοφορεί κατάλογος με συγγραφείς που ξεπέρασαν τα 100 εκατομμύρια αντίτυπα. Εδώ, όμως, δεν περιλαμβάνεται κανένας σύγχρονος Έλληνας λογοτέχνης, όπως είναι φυσικό και αναμενόμενο. Ωστόσο, ούτε στον Όμηρο γίνεται μνεία, αν και λογικά οι πωλήσεις των έργων του θα έπρεπε να βρίσκονται στην κορυφή του καταλόγου. Αλλά δεν καταγράφεται ούτε ο Ντοστογιέφσκι, ο Τζόις, ο Κάφκα, ο Μαρκές, ο Μπόρχες, ο Ουγκό, ο Μπαλζάκ, ο Καμί, ο Δάντης και ο Θερβάντες. Έτσι, η λίστα δε μοιάζει και πολύ αξιόπιστη. Παρόλα αυτά, είναι, κατά κάποιον τρόπο, ενδεικτική, όσο μπορεί να είναι μια ιστοσελίδα όπως η Βικιπαίδεια.
Στην κορυφή βρίσκεται ο Σαίξπηρ (μεταφράστηκε σε 103 γλώσσες) και η Άγκαθα Κρίστι (αμφότεροι πώλησαν 2 με 4 δισεκατομ. αντίτυπα!). Ανάμεσα σ’ άλλους, ξεχωρίζουν ο Ζ. Σιμενόν (500-700 εκατομ. αντίτυπα, μεταφρ. σε 57 γλώσσες), η Τζ. Κ. Ρόουλινγκ με 350-450 εκ. (μεταφρ. σε 65 γλώσσες), ο Τόλστοϊ (413 εκ.), η Λίνγκρεν (100-145 εκ., μεταφρ. σε 80 γλώσσες), ο Έσσε (100 εκ., μεταφρ. σε 68 γλώσσες). Στους πρώτους 20 συναντάμε μια ιδιαίτερη περίπτωση, την Ισπανίδα Κορίν Τελλάδο (απεβίωσε το 2009). Έχει πωλήσει 400 εκ. αντίτυπα, αλλά έχει συγγράψει 4000 βιβλία! Δηλ. ένα με δύο μυθιστορήματα ή νουβέλες την εβδομάδα. Για το λόγο αυτό, φιγουράρει και στον κατάλογο Γκίνες ως η συγγραφέας με τα περισσότερα βιβλία. Πρόκειται, βέβαια, για ρομάντζα! Και αν στην περίπτωση της Τελλάδο επιβεβαιώνεται ο κανόνας πως η ποσότητα λειτουργεί σε βάρος της ποιότητας, δε συμβαίνει το ίδιο με τον Σιμενόν (έγραψε εκατοντάδες βιβλία), καθώς αρκετά από αυτά είναι αριστουργήματα (π.χ. «Ο άνθρωπος που έβλεπε τα τρένα να περνούν» ή «Ο ανθρωπάκος από το Αρχαγγέλσκ»). Άλλα σπουδαία ονόματα που περιλαμβάνονται στον κατάλογο, είναι ο Πούσκιν, ο Τόλκιν και ο Ντίκενς.
Από τους συγγραφείς που βρίσκονται εν ζωή, εκτός από τη Ρόουλινγκ (εξαιτίας του «Χάρι Πότερ» κέρδισε πάνω από ένα δις δολάρια), συναντούμε τον Στ. Κινγκ (300-350 εκ.), τον Νταν Μπράουν (120 εκ.), τον Κοέλο (92-100 εκ., μεταφρ. σε 66 γλώσσες) και τη Στ. Μέγιερ (100 εκ). Πρόκειται κυρίως για συγγραφείς που ασχολούνται με το παράδοξο, τις ιστορίες συνωμοσίας, το μεταφυσικό κόσμο.
Σε έναν άλλο κατάλογο στο διαδίκτυο, που διαρκώς αναθεωρείται, στην  ιστοσελίδα «The Best 100 Lists», το κοινό μπορεί να ψηφίσει τους 100 καλύτερους συγγραφείς όλων των εποχών. Κι εδώ στην κορυφή με κριτήριο την ποιότητα βρίσκονται ο Σαίξπηρ, ο Ντίκενς, ο Ντοστογιέφκσι. Ανάμεσα στους 100, περιλαμβάνονται ο Όμηρος και ο Πλάτωνας. Η λίστα αυτή φαίνεται πιο έγκυρη και αξιόπιστη, αν και ο υποκειμενισμός είναι μια σοβαρή παράμετρος που πρέπει να λάβει κανείς υπόψη του. Κατά τα άλλα, δεν είναι να εμπιστεύεσαι και πολύ αυτούς τους καταλόγους. Σημασία έχει ο αναγνώστης να ενημερώνεται, και να ακολουθεί το ένστικτό του.

Γιατί οι πολιτικοί πρέπει να διαβάζουν λογοτεχνία;

Αλήθεια, διαβάζουν οι πολιτικοί μας βιβλία λογοτεχνίας; Το ερώτημα παραμένει μετέωρο. Υπάρχουν ορισμένοι που διαβάζουν (και γράφουν), αλλά είναι ελάχιστοι, ίσως μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού. Αυτή η περίοδος, ωστόσο, θα ήταν η καταλληλότερη για ανάγνωση για τους πολιτικούς. Η Βουλή των Αντιπροσώπων κλείνει για τις θερινές διακοπές, οι υπουργοί και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα πάρουν την άδειά τους, για να ξεκουραστούν. Αλλά υποψιαζόμαστε, και δεν πρέπει να απέχουμε από την πραγματικότητα, ούτε και τώρα θα διαβάσουν. Κι όμως, κατά την άποψή μας, θα ήταν στα προτερήματα του Προέδρου και του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, γενικά όλων των πολιτικών, αν διάβαζαν λογοτεχνία.
Οι Κύπριοι πολιτικοί δε διαβάζουν, λοιπόν. Ούτε τους είδαμε σε κάποιο βιβλιοπωλείο, ούτε σε εκπομπές να μιλούν για βιβλία, να προωθούν τη φιλαναγνωσία, εκτός από ελάχιστες φορές, όταν παρουσιάζεται ένα πολιτικού περιεχομένου βιβλίο. Αντίθετα, στην Ελλάδα κάτι γίνεται, ή κάτι γινόταν μέχρι πριν ένα δύο χρόνια. Ο πρώην Πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής και ο νυν, ο Γιώργος Παπανδρέου πριν από τις διακοπές επισκέπτονταν βιβλιοπωλεία και τις εκθέσεις βιβλίου και όλο και κάτι θα αγόραζαν, για να διαβάσουν. Βέβαια, μπορεί αυτό να γινόταν για επικοινωνιακούς λόγους. Αλλά, έστω κι έτσι, οι κάμερες και οι φωτογραφίες αποτύπωναν τη στιγμή, έστελναν το μήνυμα πως ο Πρωθυπουργός της χώρας, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης διαβάζουν, εσείς; Τώρα, βέβαια, τα πράγματα έχουν αλλάξει. Γιατί οι πολίτες θα τους πάρουν με τις πέτρες, αν εμφανιστούν στο κέντρο της Αθήνας, για να αγοράσουν βιβλία.
Στους «New York Times» δημοσιεύτηκε το Μάιο του 2008 φωτογραφία το προέδρου των Η.Π.Α. Μπάρακ Ομπάμα να κρατάει και να διαβάζει κάποιο βιβλίο. Διάβαζε το Post-American World του Ινδού δημοσιογράφου Φαρίντ Ζακαρία που ειδικεύεται στις διεθνείς σχέσεις. Πρόκειται για ένα πολιτικό βιβλίο που πραγματεύεται το ρόλο των Η.Π.Α. μέσα στο νέο κόσμο του 21ου αι. Αλλά και το καλοκαίρι του 2009, τον Αύγουστο, όπως έγινε γνωστό, κατά τις διακοπές του, ο Ομπάμα πήρε μαζί του για να διαβάσει το αστυνομικού περιεχομένου βιβλίο The Way Home του Ελληνοαμερικάνου Τζορτζ Πελεκάνος (από τότε όλες οι διαφημίσεις προβάλλουν το γεγονός ότι είναι ο συγγραφέας που διαβάζει στις διακοπές του ο Πρόεδρος των Η.Π.Α.), το Plainsong του Κεντ Χαρούφ, για τη ζωή σε μια αγροτική κοινωνία του Κολοράντο, το Hot, Flat and Crowded του Τομ Φρίντμαν για τα κέρδη της Αμερικής από ένα οικολογικό περιβάλλον, το Lush Life του Ρίτσαρντ Πράις για τις φυλετικές και ταξικές σχέσεις στη Νέα Υόρκη, τη βιογραφία του του Ντέιβιντ Μακάλοκ, για τον Τζον Άνταμς, δεύτερο Πρόεδρο των Η.Π.Α. Ανάμεσα στα πέντε βιβλία, τα πρώτα δύο είναι λογοτεχνικά. Βέβαια, ο Ομπάμα δε διαβάζει μόνο, γράφει κιόλας, αφού εξέδωσε το βιβλίο Dreams of my father.
Στη Γερμανία, διαβάζουμε σε ιστοσελίδα για τις αναγνωστικές συνήθειες των Γερμανών, οι πολίτες μπορεί να μην απαξιώνουν τους πολιτικούς τους που δεν έχουν γνώση των μαθηματικών, αλλά δεν είναι διατεθειμένοι να συγχωρέσουν όσους δεν έχουν διαβάσει Γκαίτε, Μπρεχτ και Τόμας Μαν. Στα γερμανικά Μ.Μ.Ε. «εθεάθη» η φωτογραφία της Άγγελα Μέρκελ να διαβάζει αποσπάσματα από βιβλίο λογοτεχνίας σε παιδιά. Αυτή φαίνεται, ωστόσο, πως προτιμά να διαβάζει άλλα είδη, πέραν της λογοτεχνίας. Κάτι είναι κι αυτό. Όσο για τους Γάλλους, είναι γνωστό ότι πολλοί πνευματικοί άνθρωποι διακρίθηκαν και στον πολιτικό στίβο. Μάλιστα ένας αριθμός πρεσβευτών προέρχεται όχι από τους διπλωμάτες καριέρας, αλλά από την τάξη των πνευματικών ανθρώπων και ιδιαίτερα του βιβλίου.
Σύμφωνα με τον «The Telegraph» (2 Φεβρ. 2011), ο Τόνι Μπλερ συζητούσε συχνά με δημοσιογράφους για τα βιβλία που διάβαζε. Στο αεροπλάνο συνήθιζε να διαβάζει το Κοράνι! Για τον Γκόρτον Μπράουν ο αρθρογράφος Κρίστοφερ Χάους στάζει χολή: «Θα ήταν καλά, αν ο Γκόρτον Μπραουν διάβαζε λιγότερα βιβλία για την πολιτική οικονομία και την αμερικάνικη ιστορία και περισσότερα για την ποίηση. Θα ήταν λιγότερο καταστροφικός ως Πρωθυπουργός». Αυτός βέβαια που διάβαζε πάρα πολύ ήταν ο Γλάδστον: Διάβασε 20,000 βιβλία και αγόρασε άλλα 30,000. Αλλά και ο Ντισραέλι, διάβαζε και έγραψε, μάλιστα, μερικά μυθιστορήματα. Όσο για το νυν Πρωθυπουργό Ντέιβιντ Κάμερον, στο διαδίκτυο κυκλοφορεί το απαξιωτικό: «Ο Ντέιβιντ Κάμερον δε διαβάζει βιβλία, απλώς τα κοιτά». Κι αυτό εξαιτίας της θυελλώδους αντίδρασης που έχει προκαλέσει η απόφαση της κυβέρνησής του να περικόψει τη χρηματοδότηση των βιβλιοθηκών. Εκατοντάδες, ίσως χιλιάδες βιβλιοθήκες στη Μεγάλη Βρετανία απειλούνται σήμερα με κλείσιμο.
Πάντως, στον Καναδά ο συγγραφέας Γιαν Μαρτέλ, που κέρδισε το Booker Prize το 2002 για το βιβλίο του Η ζωή του Πι, δε χαρίστηκε στον πρωθυπουργό της χώρας Στέφεν Χάρπερ, ο οποίος, όπως φαίνεται, δεν έχει σε μεγάλη εκτίμηση τα βιβλία. Τι έκανε λοιπόν, όταν σε μια σύντομη τελετή στη Βουλή (για να εορταστούν τα 50 χρόνια από την ίδρυση του Συμβουλίου Τεχνών) αγνόησε εντελώς τους πνευματικούς ανθρώπους της χώρας και δε βρήκε έναν καλό, έστω τυπικό, λόγο να τους απευθύνει; Αποφάσισε, όσο ο Χάρπερ είναι Πρωθυπουργός, να του στέλλει κάθε 15 μέρες ένα βιβλίο με συνοδευτική επιστολή και σχετικό κείμενο. Έφτιαξε μάλιστα και ειδικό blog γι’ αυτόν το σκοπό, στο οποίο μπορεί κανείς να διαβάσει τα 101 κείμενα για τα πακέτα που του έχει αποστείλει από τότε. Ο Μαρτέλ ήταν εξαγριωμένος και με τα μέλη της Βουλής, γιατί την προηγούμενη μέρα στη δεξίωση που πραγματοποιήθηκε για τον ίδιο λόγο, εμφανίστηκαν μόλις 20-25 βουλευτές από τους 306, ανάμεσά τους και η υπουργός Πολιτιστικής Κληρονομιάς, προφανώς γιατί ήταν υποχρεωμένη.
Αυτός που την πλήρωσε ακριβά ήταν ο Χάρπερ. Τού γράφει ο Μαρτέλ στο blog: «Ξέρω ότι είστε πολύ απασχολημένος κ. Χάρπερ. Όλοι είμαστε απασχολημένοι. Αλλά όλοι έχουν ένα χώρο εκεί που κοιμούνται, είτε ένα κομμάτι του πεζοδρομίου, είτε κάποιο τραπεζάκι δίπλα στο κρεβάτι. Σε αυτόν το χώρο, το βράδυ, μπορεί να λάμπει ένα βιβλίο. Και σ’ αυτές τις ήρεμες στιγμές, όταν αφήνουμε πίσω μας τη μέρα, είναι η κατάλληλη στιγμή να πάρουμε ένα βιβλίο και γίνουμε κάποιος άλλος, σε κάποιο άλλο μέρος, για ορισμένα λεπτά, να διαβάσουμε λίγες σελίδες, πριν αποκοιμηθούμε».
Κάθε δεύτερη εβδομάδα, λοιπόν, από τον Απρίλιο του 2007, ο Μαρτέλ του έστελλε το πακέτο με την επιστολή. Τα πρώτα 50 κείμενα προς τον Χάρπερ κυκλοφόρησαν ήδη σε βιβλίο και σε e-book. Κάθε επιστολή άρχιζε με το πανομοιότυπο: Στον κ. Στέφεν Χάρπερ, Πρωθυπουργό του Καναδά από έναν Καναδό συγγραφέα, με τις καλύτερές μου ευχές Γιαν Μαρτέλ. Και κατέληγε: Δικός σας αληθινά, Γιαν Μαρτέλ. Ορισμένες φορές το γραφείο του Χάρπερ απάντησε, επίσης με το στερεότυπο: Σας ευχαριστούμε που στείλατε το βιβλίο… Η ευγενική σας χειρονομία εκτιμάται πολύ. Το τελευταίο πακέτο που του έστειλε ήταν στα τέλη του περασμένου Φεβρουαρίου. Ο αθεόφοβος του πακέταρε τους έξι τόμους του Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο του Μαρσέλ Προυστ. Ανάμεσα σε άλλα βιβλία, ο Χάρπερ πήρε από τον Μαρτέλ το Ποιήματα και σπαράγματα της Σαπφούς, το Χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου του Μαρκές, το Μια μέρα στη ζωή του Ιβάν Ντενίσοβιτς του Σολτσενίτσιν, τη Σονάτα του Κρόιτσερ του Τολτσόι, τη Μεταμόρφωση του Κάφκα, το Γράμμα σ’ έναν νέο ποιητή του Ρίλκε και τον Μικρό πρίγκιπα του Αντουάν ντε Σεντ Εξιπερί. Ο Χάρπερ, που πρέπει να είχε πολύ γερό στομάχι αυτά τα τέσσερα χρόνια (εξακολουθεί και σήμερα να είναι Πρωθυπουργός) δεν πρέπει να έχει παράπονο, απέκτησε μια καλή βιβλιοθήκη. Τελικά ο Μαρτέλ το πήρε απόφαση, ο Χάρπερ έμαθε ή δεν πρόκειται να μάθει και έτσι παραιτήθηκε από τη σταυροφορία του. Σκεφτείτε να κάναμε κάτι ανάλογο εμείς εδώ. Ο αποστολέας ίσως να είχε μπλεξίματα με τη δικαιοσύνη για προσβολή του αρχηγού του κράτους.
Αλλά γιατί ο Πρόεδρος Χριστόφιας, ο Νίκος Αναστασιάδης, οι υπόλοιποι αρχηγοί των κομμάτων, βουλευτές και πολιτικοί πρέπει να διαβάζουν λογοτεχνία;
Γιατί η λογοτεχνία έχει να κάνει με τον πολίτη και την κοινωνία. Βοηθά τον αναγνώστη να κατανοήσει καλύτερα τον άνθρωπο και τη συμπεριφορά του. Μπαίνει στη θέση του άλλου, κάτι πολύ σημαντικό για κάποιον που ασκεί εξουσία, γιατί οι αποφάσεις του έχουν συνέπειες, επηρεάζουν τη ζωή των πολιτών. Μαθαίνει ακόμα και για τις άλλες κοινωνίες, τους πολιτισμούς, τις ιδιαιτερότητες, τη διαφορετικότητα και γίνεται πιο ανεκτικός. Η αντιπολεμική λογοτεχνία υποδεικνύει τα τραγικά αποτελέσματα των λανθασμένων αποφάσεων, της πατριδοκαπηλίας. Ο αναγνώστης χαλαρώνει και διασκεδάζει. Το έχει ανάγκη μετά από την πιεστική καθημερινότητα. Η λογοτεχνία είναι πάνω απ’ όλα μια κορυφαία αισθητική απόλαυση. Με λίγα λόγια, ο αναγνώστης-πολιτικός μπορεί να γίνει καλύτερος άνθρωπος, πιο ανθρώπινος (δε βάζουμε το χέρι μας στη φωτιά).
Στο βιβλίο του (δε μεταφράστηκε στα ελληνικά) Μεγάλες Στρατηγικές: Λογοτεχνία, Πολιτική και Παγκόσμια Τάξη (εκδόσεις Πανεπιστημίου Γιέιλ, 2010), ο διπλωμάτης Τσαρλς Χιλ θεωρεί πως η λογοτεχνία είναι απαραίτητη πηγή σοφίας για έναν ηγέτη και αναρωτιέται, αν η πληθωρικότητα μιας προσωπικότητας είναι αξία που μπορεί να εφαρμοστεί στον πολιτικό ρεαλισμό. Στην παρουσίαση του βιβλίου στο περιοδικό «The New Republic» (TNR) πολλά λογοτεχνικά έργα εξετάζονται κάτω από αυτό το πρίσμα: ο διάλογος του Οδυσσέα και του Αχιλλέα στην Ιλιάδα, ο Ροβινσώνας Κρούσος (ο ήρωας ως ο μοναδικός πολίτης ενός κράτους), η Έρημη Χώρα του Έλιοτ (αποσπασματική και εφήμερη διπλωματία). Ο Χιλ αναφέρεται και σ’ άλλα βιβλία όπως στο Αναζητώντας το χαμένο χρόνο του Προυστ και τους Δαιμονισμένους του Ντοστογιέφσκι. Πολύ διδακτική είναι η αναφορά του στον Κίσινγκερ. Την εποχή της παντοδυναμίας του μετέδωσε στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ ένα είδος λατρείας για τον Θουκυδίδη και σύντομα οι αξιωματούχοι της υπηρεσίας, που δεν είχαν διαβάσει τον Έλληνα ιστορικό, άρχισαν να αναμασούν τα λόγια των Αθηναίων από το «Διάλογο Αθηναίων- Μηλίων»: Οι δυνατοί κάνουν όσα τους επιτρέπει η δύναμή τους κι οι αδύναμοι υποχωρούν κι αποδέχονται. Αυτό ήταν το σύνθημα του Ψυχρού Πολέμου, αλλά ο Κίσινγκερ έπρεπε να ξέρει πως ο κυνισμός αυτός σήμαινε για τους Αθηναίους ό,τι και για τους Αμερικάνους: έχασαν την αρετή τους και η αλαζονεία τους θα τους οδηγήσει κατευθείαν στην καταστροφή, όπως συνέβη στη Σικελική Εκστρατεία. Είναι, λοιπόν, πολύ διδακτική η λογοτεχνία και, βέβαια, η ιστορία για τους πολιτικούς.

Βιβλία στην πυρά!

Ολλανδία, 22 Ιουνίου: Μία ακτιβιστική ομάδα καίει σε πάρκο του Άμστερνταμ, ακριβώς 78 χρόνια μετά τις τελετουργικές πυρές και το κάψιμο βιβλίων στη ναζιστική Γερμανία (10 Μαΐου  και 21 Ιουνίου 1933), το εξώφυλλο του βιβλίου The Book of Negroes του Καναδού Λόρενς Χιλ. Το Ίδρυμα για την Τιμή και την Αποκατάσταση των Σκλάβων στο Σουρινάμ, που αγωνίζεται για αποζημιώσεις υπέρ των θυμάτων, είχε επικοινωνήσει νωρίτερα με το συγγραφέα και ζήτησε την αντικατάσταση του τίτλου. Ο εκπρόσωπος του Ιδρύματος Πέρεζ Γιονγκ Λόι διευκρίνισε στο «The New Yorker» ότι δεν έκαψαν ολόκληρο το βιβλίο, γιατί δεν είναι το περιεχόμενό του που βρίσκουν προσβλητικό αλλά τον τίτλο. Και είναι αλήθεια ότι σε ορισμένες χώρες ο Χιλ εξέδωσε το βιβλίο με διαφορετικό τίτλο.
Ο πρόεδρος του Ιδρύματος Ρόι Γκρόενμπεργκ σε επιστολή του προς το συγγραφέα εξήγησε: «Εμείς, οι απόγονοι των σκλάβων της πρώην ολλανδικής αποικίας του Σουρινάμ, σάς πληροφορούμε ότι δεν αποδεχόμαστε τον τίτλο Το βιβλίο των νέγρων. Αγωνιζόμαστε εδώ και πολύ καιρό για να επαλειφθεί ο όρος από την ολλανδική γλώσσα και τώρα εσείς εκδίδετε αυτό το βιβλίο. Είναι πραγματικά ντροπή! Γι’ αυτό αποφασίσαμε να κάψουμε το  βιβλίο στις 22 Ιουνίου. Ίσως να μην το γνωρίζετε, αλλά ο Ιούνιος είναι ο μήνας πριν την 1η Ιουλίου, την επέτειο της απελευθέρωσης του Σουρινάμ από τους Ολλανδούς, οι οποίοι έριξαν τους προγόνους μας στη σκλαβιά».
Το βιβλίο αναφέρεται σε μια γυναίκα από τη Δυτική Αφρική, που αγωνίζεται να διατηρήσει την ανθρωπιά της, αν και σκλάβα στη βόρεια Αμερική κατά τον 18ο αιώνα. Είναι επηρεασμένο από την πραγματική ιστορία των μαύρων που παρέμειναν πιστοί στους Βρετανούς κατά την Αμερικάνικη Επανάσταση και μεταφέρθηκαν στη Νέα Σκοτία μετά την ήττα τους.
Ο Χιλ, μαύρος επίσης, παραδέχτηκε πως: «Ο πατέρας μου γεννήθηκε το 1923 και αποκαλούσε τον εαυτό του με περηφάνια νέγρο σε όλη τη ζωή του, αλλά αν ζούσε σήμερα σίγουρα δε θα χρησιμοποιούσε αυτόν τον όρο». Και πρόσθεσε: «Λέω στα παιδιά μου ότι πρέπει να γνωρίζει κανείς την έννοια των λέξεων και να τις χρησιμοποιεί σωστά. Ακόμα κι αν αυτές αναφέρονται σε διακρίσεις ή ρατσιστικούς όρους. Ούτε κι εγώ χρησιμοποιώ τον όρο νέγρος στην καθημερινή μου ζωή. Αλλά, μερικές φορές πρέπει να χρησιμοποιούμε τέτοιες λέξεις, όταν αναφερόμαστε στην ιστορία μας». Είπε ακόμα πως  η πράξη της ομάδας αυτής στην Ολλανδία υποτιμά τους αναγνώστες, παρεμποδίζει το διάλογο, προσβάλλει όσους αγαπούν την ελευθερία του λόγου και θύμισε το κάψιμο των βιβλίων κατά την περίοδο της ισπανικής Ιεράς Εξέτασης και της ναζιστικής Γερμανίας.
Το κάψιμο του The Book of Negroes ξύπνησε επώδυνες μνήμες. Δεν είναι, βέβαια, η πρώτη φορά που οι άνθρωποι καίνε βιβλία για λόγους ηθικούς, θρησκευτικούς ή πολιτικούς. Θυμόμαστε το 2000 στην Αθήνα το κάψιμο του βιβλίου του Μίμη Ανδρουλάκη Μν από πιστούς φανατικούς και ρασοφόρους με σταυρό. Και πιο πρόσφατα, την περασμένη άνοιξη, τον εξτρεμιστή πάστορα Τέρι Τζόουνς να καίει το Κοράνι στη Φλόριντα των Η.Π.Α.
Υπάρχουν πολλά παραδείγματα από την ιστορία. Ακόμα και στη δημοκρατική Αθήνα υπάρχουν τέτοιες αναφορές. Το ίδιο έγινε και στην Κίνα, τον 3ο αι. π.Χ., όταν διατάχθηκε το κάψιμο βιβλίων του Κομφουκιανισμού. Κάηκαν, ακόμα, σπουδαίες βιβλιοθήκες, όπως η περίφημη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, με συνέπεια να απολεσθεί σημαντικό μέρος της συσσωρευμένης ανθρώπινης γνώσης. Και στη διάρκεια του Πολέμου στην Κόλπο, οι βιβλιοθήκες της Βαγδάτης και της Μοσούλης λεηλατήθηκαν και πυρπολήθηκαν.
Στη μνήμη, όμως, του σύγχρονου ανθρώπου παρέμειναν έντονα χαραγμένες οι τελετές των ναζί το 1933, που έλαβαν χώρα σε πολλές πόλεις της Γερμανίας (π.χ. Βερολίνο, Φρανκφούρτη, Μόναχο) τη 10η Μαΐου και την 21η Ιουνίου. Το αποκορύφωμα, βέβαια, των τελετών συνετελέσθη στην Πλατεία της Όπερας στο Βερολίνο, όπου συγκεντρώθηκαν 40,000 άνθρωποι. Όταν έπεσε το σκοτάδι, φορτηγά άρχισαν να ξεφορτώνουν βιβλία που αφαιρούνταν από δημόσιες, κρατικές και πανεπιστημιακές βιβλιοθήκες (άνδρες της Γκεστάπο θα επιδράμουν το επόμενο διάστημα και σε ιδιωτικές βιβλιοθήκες και θα κατασχέσουν βιβλία που περιλαμβάνονταν στον απαγορευμένο κατάλογο). Φοιτητές θα τα ρίχνουν στην πυρά, ενώ άλλοι κρατώντας δάδες θα παρελαύνουν υπό τους ήχους των τυμπάνων, τραγουδώντας ναζιστικά τραγούδια. Ο περιβόητος υπουργός προπαγάνδας του Χίτλερ Γιόζεφ Γκέμπελς, στη σύντομη ομιλία του θα ανακοινώσει «το τέλος της εβραϊκής διανόησης»! Απευθυνόμενος στους φοιτητές είπε: «Κάνετε το σωστό, καθώς τώρα τα μεσάνυχτα, παραδίδετε στις φλόγες το διαβολικό πνεύμα του παρελθόντος… Πιστεύω ότι ποτέ μέχρι τώρα δεν υπήρξαν τόσο πιστοί φοιτητές όπως εσείς, περήφανοι για τη ζωή, τους στόχους και το καθήκον σας… Το παρελθόν βρίσκεται στις φλόγες και η νέα εποχή θα ανατείλει από τη φλόγα που καίει στις καρδιές σας. Όσο είμαστε ενωμένοι, όσο βαδίζουμε μαζί, θα είμαστε αφοσιωμένοι στο Ράιχ και το μέλλον του…» Όταν ο Γκέμπελς τελείωσε, ακούστηκε ο ύμνος του ναζιστικού κόμματος, καθώς οι φοιτητές έριχναν στην πυρά 25,000 αντιγερμανικά βιβλία Εβραίων και άλλων συγγραφέων.
Στην πραγματικότητα, οι ναζιστές επηρεάστηκαν από το παρελθόν. Το 1817 γερμανικές φοιτητικές οργανώσεις, κατά την 300ή επέτειο των «95 θέσεων» του Μαρτίνου Λουθήρου, διοργάνωσαν φεστιβάλ στο Γιόρτμπεργκ, ένα κάστρο στη Θουριγγία, όπου ο Λούθηρος κατέφυγε μετά τον αφορισμό του. Οι φοιτητές διαδήλωναν υπέρ της ενοποίησης της Γερμανίας και έκαιγαν κείμενα και βιβλία, λογοτεχνικά και επιστημονικά, τα οποία θεωρούσαν αντιγερμανικά (παρομοίως, το 1520 είχαν καεί τα έργα του Λουθήρου με απόφαση του Πάπα και ο ίδιος ο Λούθηρος έκαψε τη σχετική παπική βούλα).
Το 1933 οι ναζιστικές φοιτητικές οργανώσεις είχαν αναλάβει πανεθνική εκστρατεία προπαγάνδας κατά του αντιγερμανικού πνεύματος. Εξέδωσαν καταλόγους με αντιγερμανούς συγγραφείς και δημοσίευσαν τις «12 θέσεις» τους για την καθαρότητα της εθνικής γλώσσας και του πολιτισμού. Στην πυρά, ανάμεσα σε άλλους, παραδόθηκαν τα έργα των Τ. και Χ. Μαν, Μαρξ,  Ένγκελς, Λένιν, Ρεμάρκ, Μπεχτ, Χέμινγουέι, Τσβάιχ, Φρόιντ, Μούζιλ, Προυστ, Ζολά, Τρότσκι, Δαρβίνου, Αινστάιν, Χάσεκ, Έσσε, Κάφκα, Ροτ, Λούξεμπουργκ, Λίμπνεχτ και Χάινε. Ο Χάινε έγραψε στο βιβλίο του «Αλμανσόρ» το 1820-21 τον προφητικό στίχο: «Όπου καίγονται βιβλία, αύριο θα καίγονται άνθρωποι». Ο στίχος είναι χαραγμένος σήμερα στην Πλατεία της Όπερας, εκεί όπου οι ναζί έκαψαν στις 10 Μαΐου 1933 τα 25.000 βιβλία, ανάμεσα στα οποία και τα δικά του. Δίπλα υπάρχει ένα διαφανές τζάμι που βλέπει σε υπόγειο με τα ράφια άδεια από βιβλία. Αρκετοί από τους συγγραφείς που βρίσκονταν τότε εν ζωή, εγκατέλειψαν τη Γερμανία, όπως ο Έσσε, τα αδέλφια Τόμας και Χάινριχ Μαν, ο Ροτ και ο Μπρεχτ. Είναι γνωστό το ποίημα του Μπρεχτ Το κάψιμο των βιβλίων (μεταφρ. Μ. Πλωρίτη):
Όταν διαταγή έβγαλε το καθεστώς να καούνε/Σε δημόσιες πλατείες τα βιβλία που/περικλείουν ιδέες ανατρεπτικές, […]/ένας εξορισμένος/ποιητής, ένας απ' τους καλύτερους,/διαβάζοντας των βιβλίων τον κατάλογο,/με φρίκη του είδε πως τα δικά του/τα είχανε ξεχάσει. Χίμηξε στο γραφείο του/με τις φτερούγες της οργής, κι έγραψε/στους τυράννους ένα γράμμα:/"Κάψτε με!" έγραφε με πένα ακράτητη, "κάψτε με!/Μ' αφήσατε έξω! Δεν μπορείτε να μου το κάνετε αυτό, εμένα!/Την αλήθεια δεν έγραφα πάντα στα βιβλία μου; Και τώρα/μου φερνόσαστε σαν να 'μαι ψεύτης! Σας διατάζω: Κάψτε με!»
Αλλά και στην Ελλάδα, στην Αθήνα (Στύλοι Ολυμπίου Διός), τον Πειραιά, τη Θεσσαλονίκη και αλλού, στη διάρκεια της δικτατορίας του Μεταξά έλαβαν χώρα τελετουργικές πυρές στις οποίες η νεολαία της Ε.Ο.Ν. έκαιγαν βιβλία. Οι βιβλιοπώλες έπρεπε εντός 20 ημερών, σύμφωνα με ένα νόμο του καθεστώτος, να παραδώσουν όσα βιβλία θεωρούνταν ανατρεπτικά. Διαφορετικά αντιμετώπιζαν ποινές φυλακίσεως μέχρι ενός έτους. Είναι χαρακτηριστική η ανακοίνωση που δημοσιεύτηκε στις εφημερίδες: «Η εθνική Φοιτητική Νεολαία Πειραιώς προβαίνουσα εις την εξαφάνισιν διά της πυρράς ολοκλήρου σειράς κομμουνιστικών εντύπων την προσεχήν Κυριακήν ώραν 8 μ.μ. εν τη πλατεία Πασαλιμανίου Πειραιώς, προσκαλεί άπαντας τους εθνικόφρονας νέους, όπως προσέλθουν εν τη πλατεία Τερψιθέας 7 μ.μ. ίνα εν σώματι μεταβούν και συμμετάσχουν εις την τελετήν». Πολλά από τα βιβλία που έκαψε το καθεστώς είναι αντίστοιχα μ’ αυτά που έκαψαν οι ναζί στη Γερμανία: Χάινε, Μαρξ, Ένγκελς, Λένιν, Πλεχάνοφ, Φρόιντ, Δαρβίνος, Ντοστογιέφσκι, Τόλστόι. Μόνο που ο κατάλογος εμπλουτίστηκε και με ελληνικά βιβλία: Ρίτσος, Καρκαβίτσας, Παπαδιαμάντης (!). Παράλληλα, υπό καθεστώς απαγόρευσης τελούσαν και οι Ιστορίαι του Θουκυδίδη και η Αντιγόνη του Σοφοκλή, γιατί αναφέρονταν στη δημοκρατική Αθήνα.
Στην Κύπρο δεν είχαμε τέτοια φαινόμενα. Γιατί αγαπούμε το βιβλίο, θα έλεγε ένας προβοκάτορας, για να πάρει την απάντηση από το νομπελίστα ποιητή Ιωσήφ Μπρόντσκι: «Υπάρχουν και χειρότερα εγκλήματα από το να καίνε βιβλία. Ένα απ’ αυτά είναι να μην  τα διαβάζουν». Η ρήση του σ’ εμάς εδώ, ταιριάζει γάντι.


Αν ο παράδεισος ήταν βιβλιοθήκη…


«Πάντα φανταζόμουν τον παράδεισο σαν μια βιβλιοθήκη», είπε κάποτε ο Χ. Μπόρχες. Συνήθιζε, όπου και να πήγαινε, να μεταφέρει μαζί του μια τσάντα βιβλία. Συχνά την ξεχνούσε στην καφετέρια ή σ’ ένα μπαρ. Κι έτσι, τα βιβλία «απελευθερώνονταν», ήταν διαθέσιμα σ’ όποιον ήθελε να τα πάρει και να τα διαβάσει.
Στην Αργεντινή λειτουργεί το Κίνημα για Δωρεάν Βιβλία. Αυτό είναι ένας από τους λόγους που η UNESCO ανακήρυξε το Μπουένος Άιρες Παγκόσμια Πρωτεύουσα Βιβλίου για το 2011.
Συνήθως, τα βιβλία αφήνονται σε παγκάκια στις πλατείες, σε σταθμούς τρένων, στα λεωφορεία με το χειρόγραφο σημείωμα: «Αυτό το βιβλίο δεν έχει χαθεί. Δεν έχει ιδιοκτήτη. Αποτέθηκε σ’ αυτό το σημείο, για να το βρείτε και να το διαβάσετε και έπειτα να το αφήσετε για κάποιον άλλο».
Το Κίνημα δεν είναι, ωστόσο, αργεντίνικη πρωτοτυπία. Ξεκίνησε το 2001 από τις Η.Π.Α. και από τότε εκατομμύρια βιβλία άλλαξαν χέρια. Αναρωτιόμαστε, αν θα μπορούσε να φτάσει και σε μας. Με την «αγάπη» που υπάρχει εδώ για το βιβλίο, το πιο πιθανόν θα ’ταν αυτά να καταλήξουν σε κάποιο κάλαθο αχρήστων.
Στο Μπουένος Άιρες οι άνθρωποι λατρεύουν το βιβλίο. Εδώ, όμως, έζησαν και έγραψαν οι κορυφαίοι Χ. Μπόρχες, Χ. Κορτάσαρ και Ε. Σάμπατο και η ετήσια Διεθνής Έκθεση Βιβλίου συγκεντρώνει ένα εκατομμύριο επισκέπτες! Η πόλη επελέγη και για άλλες δραστηριότητες και προγράμματα που προωθούν το βιβλίο και τη φιλαναγνωσία. Ηλικιωμένες κυρίες επισκέπτονται τα σχολεία και διαβάζουν λογοτεχνία στα παιδιά. Το πρόγραμμα επεκτάθηκε και στις γειτονικές χώρες. Το Μπουένος Άιρες αναπνέει για το βιβλίο (διαθέτει 200 βιβλιοπωλεία και 70 βιβλιοθήκες) και σ’ αυτό συρρέουν πλήθη τουριστών, που προσπαθούν να εντοπίσουν τα αχνάρια του Μπόρχες ή του Κορτάσαρ, τα μέρη από τα οποία εμπνεύστηκαν και επηρεάστηκαν.
Αυτή είναι μια ακόμα διαφορά. Έχουμε κι εμείς καλούς συγγραφείς, για τα δικά μας δεδομένα, που έζησαν και περπάτησαν στους δρόμους της πόλης μας. Αλλά, σχεδόν πουθενά δεν υπάρχουν ενδείξεις, επιγραφές που να σηματοδοτούν το πέρασμά τους, την ύπαρξή τους, το έργο τους. Παρεμπιπτόντως, σημαντικός ιστορικός συγγραφέας της Αργεντινής είναι και ο Έλληνας Βαρθολομαίος Δημητρίου, ο οποίος διετέλεσε πρόεδρος της Δημοκρατίας της Αργεντινής (1862-1868). Είναι, λοιπόν, μια χώρα που τιμά τους συγγραφείς της.
Σήμα κατατεθέν της Παγκόσμιας Πρωτεύουσας του Βιβλίου είναι ο «Πύργος της Βαβέλ», ύψους 25 μέτρων, που έφτιαξε η καλλιτέχνιδα Μάρτα Μινουχίν με 30,000 βιβλία, σε πολλές διαφορετικές γλώσσες. Το Μπουένος Άιρες είναι η ενδέκατη πρωτεύουσα του βιβλίου. Πέρσι ήταν η Λουμπλιάνα και πρόπερσι η Βηρυτός. Του χρόνου θα είναι το Ερεβάν της Αρμενίας.
Δεν ξέρουμε πόσο απαγορευτικό είναι να διεκδικήσουμε κάποτε κι εμείς αυτό τον τίτλο (όνειρα θερινής νυκτός!) αλλά χωρίς προγράμματα προώθησης του βιβλίου, δεν πρόκειται ποτέ να χαρούμε μια τέτοια διάκριση. Γιατί χρήματα υπάρχουν, άνθρωποι με οράματα δεν υπάρχουν. Και για να προσαρμόσουμε στη δική μας περίπτωση τη φράση του Μπόρχες, αν ο παράδεισος ήταν βιβλιοθήκη, η πόρτα για μας θα παρέμενε ερμητικά κλειστή.