Δευτέρα 19 Σεπτεμβρίου 2011

Τα απαγορευμένα βιβλία

Στις Η.Π.Α. οι βιβλιοθήκες και τα βιβλιοπωλεία ετοιμάζονται σε λίγες μέρες να γιορτάσουν την Εβδομάδα Απαγορευμένων Βιβλίων (24 Σεπτ.-1 Οκτ.), για να τονιστεί η σημασία της ελευθερίας της ανάγνωσης και η απρόσκοπτη πρόσβαση στην πληροφόρηση. Προγραμματίζονται πολλές εκδηλώσεις όπως αναγνώσεις βιβλίων που είχαν απαγορευτεί στο παρελθόν. Στο παρελθόν; Δυστυχώς, οι απαγορεύσεις αφορούν και τις μέρες μας. Από το 1982, όταν καθιερώθηκε η Εβδομάδα αυτή, το Γραφείο Πνευματικής Ελευθερίας εξέτασε πάνω από 11,000 περιπτώσεις βιβλίων που υπέστησαν κάποιας μορφής λογοκρισία ή απαγόρευση στις Η.Π.Α. Μόνο το 2010 το Γραφείο εξέτασε πάνω από 348 τέτοιες υποθέσεις. Ανάμεσα σ’ άλλα και για το βιβλίο Γενναίος Νέος Κόσμος του Άλντους Χάξλεϊ και το Λυκόφως της Στέφανι Μάγιερ.
Αλλά, μόλις πριν από λίγες μέρες, το βιβλίο του Χαρούκι Μουρακάμι Νορβηγικό δάσος αφαιρέθηκε από την καλοκαιρινή λογοτεχνική λίστα ανάγνωσης για μαθητές 15 και 16 ετών του δημόσιου Λυκείου Ουίλιαμστοουν  του Νιου Τζέρσι. Είχαν προηγηθεί οι διαμαρτυρίες των γονέων εξαιτίας των αναφορών του βιβλίου στις σεξουαλικές σχέσεις. Η λίστα είχε καταρτιστεί από επιτροπή εκπαιδευτικών, υπεύθυνους βιβλιοθηκών και διοικητικούς και εγκρίθηκε από το αρμόδιο εκπαιδευτικό συμβούλιο.
Προηγουμένως είχε αφαιρεθεί από ανάλογη λίστα σε σχολείο της Βιρτζίνια βιβλίο του Άρθουρ Κόναν Ντόιλ, καθώς και το Σφαγείο νούμερο 5 του Κουρτ Βόνεγκατ από σχολείο του Μισούρι. Αυτές οι απαγορεύσεις προκάλεσαν την αντίδραση πνευματικών φορέων όπως του «Pen American Center» και της «Εθνικής Συμμαχίας Κατά της Λογοκρισίας». Στην κοινή τους ανακοίνωση υποστήριξαν πως «αν απαγορευτεί στους μαθητές να διαβάζουν λογοτεχνία λόγω της βίας ή αναφορών σε σεξουαλικά ζητήματα, τότε θα αποκλειστούν από την απόλαυση της ανάγνωσης σημαντικών λογοτεχνικών κειμένων, συμπεριλαμβανομένων βιβλίων του Σαίξπηρ, του Τολστόι, του Φλομπέρ, του Τζόις, του Φόκνερ, του Ναμπόκοφ, της Μόρισον και πολλών άλλων».
Οι απαγορεύσεις βιβλίων είναι, βέβαια, πολύ παλιά ιστορία. Στο Index Librorum Prohibitorum (κατάλογος των απαγορευμένων βιβλίων) της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας περιλαμβάνονται λογοτεχνικά βιβλία των Μπαλζάκ, Ουγκό, Καζαντζάκη και Ζολά.
Αλλά, ο κατάλογος των βιβλίων που απαγόρευσαν κατά καιρούς οι κυβερνήσεις (π.χ. προσβολή ηθών, θρησκείας) είναι ατέλειωτος. Σ’ αυτόν περιλαμβάνονται αριστουργήματα όπως:
Ουδέν νεότερον από το δυτικό μέτωπο του Έριχ Μαρία Ρεμάρκ και η Μεταμόρφωση του Κάφκα (από τους ναζί-όπως και πολλά άλλα). Η φάρμα των ζώων και το 1984 του Τζ. Όργουελ (Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Ε.Σ.Σ.Δ.), Το Γενναίος Νέος Κόσμος του Χάξλεϊ (Ιρλανδία) ο Κώδικας ντα Βίντσι του Νταν Μπράουν και Το ημερολόγιο της Άννας Φρανκ στο Λίβανο (της Άννας Φρανκ για υποκειμενισμό υπέρ των Εβραίων και του σιωνισμού!), το δρ Ζιβάγκο του Μπ. Πάστερνακ και τα έργα του Σολτσενίτζιν Μια μέρα στη ζωή του Ιβάν Ντενίσοβιτς, ο Πρώτος Κύκλος και το Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ στην Ε.Σ.Σ.Δ., Τα σταφύλια της οργής του Στάινμπεκ σε πολλές περιοχές των Η.Π.Α., Ο εραστής της λαίδη Τσάτερλι του D. H. Lawrence (Η.Π.Α., Βρετανία, Αυστραλία), Η λολίτα του Ναμπόκοφ (Νέα Ζηλανδία, Αργεντινή, Βρετανία, Νότια Αφρική), Η μαντάμ Μποβαρί του Φλομπέρ στη Γαλλία (όταν πρωτοκυκλοφόρησε), Οι σατανικοί στίχοι του Σάλμαν Ρούζντι (σε πολλές ισλαμικές χώρες), Ο τροπικός του καρκίνου του Χένρι Μίλερ (Η.Π.Α., Νότια Αφρική), Οδυσσέας του Τζόις (Η.Π.Α, Βρετανία, Αυστραλία).
Στην Ελλάδα οι πρόσφατες απόπειρες απαγόρευσης (μετά βέβαια από τις δικτατορίες του Μεταξά και των συνταγματαρχών) αφορούν στο βιβλίο του Μίμη Ανδρουλάκη Μν και στο Ζιγκ Ζαγκ στις νεραντζιές της Έρσης Σωτηροπούλου. Υπενθυμίζουμε τον αφορισμό του Εμ. Ροΐδη για την Πάπισσα Ιωάννα και την προσπάθεια για αφορισμό του Ν. Καζαντζάκη για τον Τελευταίο Πειρασμό από την Εκκλησία.
Υπάρχουν, όμως, και καλά νέα. Τα απαγορευμένα για δεκαετίες βιβλία στα αραβικά καθεστώτα που κατέρρευσαν τους τελευταίους μήνες άρχισαν να εμφανίζονται στις προθήκες των βιβλιοπωλείων.


Κυριακή 11 Σεπτεμβρίου 2011

Λογοτεχνία ή μάθημα ανατομίας;

Κάθε φορά που αρχίζει μια νέα σχολική χρονιά, θυμούμαστε αυτή την κακόμοιρη τη λογοτεχνία, όπως αυτή διδάσκεται στα σχολεία μας. Οι ευθύνες μάς βαραίνουν όλους, εκπαιδευτικούς και Υπουργείο Παιδείας. Γιατί, πρόκειται για μια εγκεφαλική προσέγγιση, κατά την οποία το έργο (ποίημα, διήγημα, μυθιστόρημα) κατακρεουργείται, αναλύεται στίχο προς στίχο, πρόταση προς πρόταση σαν να πρόκειται για μαθηματική εξίσωση που πρέπει να καταλήξει σε συγκεκριμένο αποτέλεσμα. Σ’ αυτή τη διαδικασία, καθηγητές και μαθητές δεν πρέπει να παρεκκλίνουν από την κυρίαρχα αποδεκτή ερμηνεία του κειμένου, αυτήν που δέχεται ως ορθή το Υπουργείο Παιδείας στις εισαγωγικές εξετάσεις. Στην ουσία ένα τέτοιο μάθημα δε διαφέρει και πολύ από το «Μάθημα ανατομίας του δρα Τουλπ» του Ρέμπραντ. Στον πίνακα αυτό, ο Τουλπ είναι έτοιμος να τεμαχίσει το πτώμα, για να εξηγήσει στο ακροατήριό του την ανατομία του ανθρώπινου σώματος. Αυτή η μέθοδος εφαρμόζεται και στη λογοτεχνία.
Έτσι, η έδρα διδασκαλίας μετατρέπεται σε χειρουργικό τραπέζι. Την κατάσταση αυτή, επικρίνει μέσα από την ποίησή της η Ντίνα Κατσούρη: «Και ποιος σου είπε/πώς έχεις εσύ το δικαίωμα,/για χάρη της φιλολογικής τάξης και μόνο,/να κρατάς νυστέρια, λαβίδες, γάζες και χλωροφόρμιο,/να ξαπλώνεις στο χειρουργικό τραπέζι/τις λέξεις μας,/τις δικές μας τις λέξεις,/να τις ξεκοιλιάζεις,/να τους αφαιρείς τα εντόσθια,/να επιδίδεσαι σε τομές/κάθετες, οριζόντιες και εγκάρσιες,/να αιμάσσουν στα χέρια σου/τα ουσιαστικά, τα επίθετα,/οι τελείες και οι παρενθέσεις» [Προς Τεχνοκρίτη (1)]. Παρόμοια, και ο Κ. Μόντης εκφράζει μέσα από τον οξύτατο σαρκασμό του ανάλογη αντίθεση: «Αν πραγματικά βρήκες είκοσι λάμδα στο ποίημα/με προβληματίζεις,/αν πραγματικά βρήκες είκοσι δέλτα/με προβληματίζεις πολύ σοβαρά» (Προς φιλόλογο μελετητή ποίησης Ι). 
Η αυτενέργεια, η φαντασία, η αισθητική απόλαυση των μαθητών ευνουχίζεται και το μόνο που πετυχαίνουμε όλοι μας είναι η καλλιέργεια της απέχθειας και της απαξίωσης της λογοτεχνίας. Επιβεβαιώνεται, έτσι, αυτό που υποστηρίζουν πολλοί, ότι η φιλολογία σκοτώνει τη λογοτεχνία. Από τη στιγμή που ένα εξετασιοκεντρικό εκπαιδευτικό σύστημα επιβάλλει αυτή την προσέγγιση του λογοτεχνικού κειμένου, είναι αυτονόητο ότι η εγχείρηση θα «πετύχει», αλλά ο ασθενής θα αποθάνει στο χειρουργικό τραπέζι. Οι φιλόλογοι στα σχολεία είναι δέσμιοι αυτού του συστήματος και η επιτυχία των παιδιών εξαρτάται από το πόσο πιστά θα αποστηθίσουν την κυρίαρχη ερμηνεία και θα καταγράψουν αυτό που αναμένει ο (ιερο) εξεταστής.
Τελευταία, όλο και περισσότερες φωνές ακούγονται για την αποσύνδεση της λογοτεχνίας από τις εξετάσεις. Ίσως αυτή να είναι μια από τις λύσεις, για να αγαπήσουν τα παιδιά τη λογοτεχνία, να δημιουργηθεί ένα καλλιεργημένο αναγνωστικό κοινό. Σκοπός της λογοτεχνίας δεν είναι, λοιπόν, να μάθει ο αναγνώστης τι θέλει να πει στον τάδε στίχο, στην τάδε στροφή ο ποιητής, ή μάλλον δεν είναι μόνο και αποκλειστικά αυτό. Όπως αναφέρει ο συγγραφέας Δημήτρης Μάνος, ποίηση και κατ’ επέκταση λογοτεχνία «... είναι η χρήση της λέξης στην αρχετυπική της μορφή, σ’ αυτό που αν το αποδομήσεις, φτάνεις στον πυρήνα της συγκίνησης. Σ’ αυτό που αισθάνεσαι, που σε κάνει να αναρριγείς, να νιώθεις ότι σηκώνεσαι λίγο ψηλότερα και όμως δεν μπορείς να το διατυπώσεις, να το μεταδώσεις, να το πεις, παρά να το βιώσεις. Ποίηση είναι η χωροταξία της ψυχής του ανθρώπου. Ο άκρατος οίνος που μεθά το συναίσθημα και μετατρέπει, από μια κατεστραμμένη, σε μια ολοκληρωμένη ύπαρξη τον άνθρωπο, ικανό να συλλαμβάνει λεπτότατες συγκινήσεις... Ποίηση είναι η αποκάλυψη της αλήθειας. Ο κόσμος, η ζωή στην αυθεντική της μορφή, σ’ αυτό που ουσιαστικά είναι, πρέπει να είναι και όχι αυτό που φαίνεται, που βλέπουμε, που έχουμε την αίσθηση, την ψευδαίσθηση μέσα από τις συμβάσεις, μέσα από τα κατά συνθήκην ψεύδη, τους κατά συνθήκην συμβιβασμούς, ότι είναι. Ποίηση, θα λέγαμε, είναι, ένας στεναγμός βαθύς μέσα σε μια παλάμη, ένας άνεμος ελαφρύς μέσα σε μια θλίψη, όπως θα έλεγε και ο ποιητής». Τώρα, τι από όλα τα πιο πάνω είναι η ποίηση, η λογοτεχνία, που διδάσκεται στην τάξη; Τίποτα απολύτως.
Δε νομίζουμε πως θα διαφωνήσει κανείς με τη διαπίστωση πως πρέπει να αναθεωρηθεί ο τρόπος  διδασκαλίας της λογοτεχνίας στο σχολείο, φτάνει το υπουργείο να προσεγγίσει με περισσότερη ευαισθησία το μάθημα και ο εκπαιδευτικός να έχει συνειδητή αγάπη για το βιβλίο. Ο λογοτέχνης και εκπαιδευτικός Κώστας Ακρίβος σε σχετικό κείμενό του υποστηρίζει πως η σχολική τάξη πρέπει να λειτουργήσει «σαν μια μικρή λέσχη ανάγνωσης, με τον εκπαιδευτικό στο ρόλο του κατηρτισμένου και έξυπνου συντονιστή, και εν συνεχεία σαν ένα μικρό εργαστήρι δημιουργικής γραφής. Όσοι από εμάς παίρνουμε κατά καιρούς μέρος στο πρόγραμμα του Ε.ΚΕ.ΒΙ. «Συγγραφείς και σχολεία», γνωρίζουμε από πρώτο χέρι με πόση επιτυχία ο μαθητής προσεγγίζει το λογοτεχνικό έργο, όταν δεν έχει στα πόδια του τα βαρίδια της γραμματολογίας, αλλά του δίνεται η ευκαιρία να γίνει ο ίδιος συνδημιουργός, επεμβαίνοντας δημιουργικά στο κείμενο και παράγοντας λόγο, προφορικό ή γραπτό».
Είναι προφανές ότι καθίσταται παραπάνω από αναγκαιότητα η αλλαγή πλεύσης, ιδιαίτερα σήμερα που οι εξελίξεις στο χώρο της λογοτεχνίας αναδεικνύουν τον αναγνώστη σε πρωταγωνιστή. Σε πρώτο πλάνο βρίσκεται η θεωρία της πρόσληψης με την έμφαση να δίνεται κυρίως στον αναγνώστη και όχι αποκλειστικά στο συγγραφέα και το κείμενό του. Στη δική μας περίπτωση, στο σχολείο, μπορεί και πρέπει ο μαθητής να νοηματοδοτήσει το λογοτεχνικό κείμενο διαφορετικά από τον κριτικό-μελετητή της λογοτεχνίας ή τον εκπαιδευτικό. Αλλά, πότε αλήθεια συμβάδισε το σχολείο μας με τις σύγχρονες εξελίξεις στην επιστήμη, θεωρητική και θετική;
Όσο συνεχίζεται αυτό το άθλιο σύστημα στο σχολείο, όλο και πιο πολύ θα μειώνονται οι καλλιεργημένοι πολίτες και οι αναγνώστες. Και όσοι από τους μαθητές μας γίνουν τελικά αναγνώστες, είναι πολύ πιθανόν να αρέσκονται περισσότερο στα άρλεκιν και τα ευπώλητα της σειράς. Το ζήτημα είναι πότε θα το καταλάβουμε.

Τρίτη 6 Σεπτεμβρίου 2011

Οι πόλεις και οι συγγραφείς τους

Φαντάζεστε την Αγία Πετρούπολη χωρίς ένα μνημείο για τον Ντοστογιέφσκι ή το Παρίσι χωρίς ενδείξεις ότι εκεί έζησαν και έγραψαν ο Προυστ, ο Ουγκό, ο Μπαλζάκ; Το Δουβλίνο χωρίς αναφορές στον Τζόις και τον Ουάιλντ; Και το Λονδίνο; Θα μπορούσαν οι Άγγλοι να παραγνωρίσουν το γεγονός ότι εκεί έζησε και δημιούργησε ο Ντίκενς;
Για τη Λευκωσία, τι να πούμε; Εντάξει, δεν έχουμε συγγραφείς της βαρύτητας ενός Ντοστογιέφσκι, ενός Προυστ, ενός Ντίκενς. Αλλά, τηρουμένων των αναλογιών, έχουμε κι εμείς τους δικούς μας σημαντικούς πνευματικούς ανθρώπους που γεννήθηκαν ή έζησαν στη Λευκωσία. Ωστόσο, δεν υπάρχει πουθενά ένα μνημείο, μια προτομή, ενδείξεις, πινακίδες (πλην ελάχιστων εξαιρέσεων) ότι κάποτε έζησε εδώ κι έγραψε ο Μόντης, ο Γιώργος και ο Θοδόσης Πιερίδης, ο Κρανιδιώτης, ο Χρυσάνθης, ο Ν. Νικολαΐδης, ο Λιπέρτης ή ο πρόσφατα αποβιώσας Γ. Κατσούρης, για να αναφέρουμε μόνο μερικούς.
Το χαρακτήρα μιας πόλης δεν το διαμορφώνουν μόνο τα κτήριά της (εδώ τα διατηρητέα κατεδαφίζονται εν μία νυκτί), τα αρχαιολογικά μνημεία (δυστυχώς στη θέση τους ανεγείρονται «μοντέρνες» πολυκατοικίες), οι ανοιχτοί της χώροι (λίγα τα πάρκα, δυσεύρετες πλατείες). Η φυσιογνωμία της είναι και οι άνθρωποί της. Και σημαντικό της κεφάλαιο είναι οι πνευματικοί άνθρωποι, συγγραφείς και καλλιτέχνες. Τα μνημεία που πιστοποιούν την παρουσία και το έργο τους είναι τρανές αποδείξεις μιας πόλης που δεν είναι μόνο βιτρίνα, εμπορικά καταστήματα, πεζοδρόμια, τσιμέντο. Μιας πόλης που παράγει και πνευματικά. Αυτή είναι βασική μέριμνα για όλες τις πόλεις της Ευρώπης, όχι για μας εδώ. Και αυτό δε γίνεται μόνο για τουριστικούς λόγους ή γιατί πρέπει να τιμήσουμε τους δημιουργούς ή επειδή νιώθουμε περηφάνια που υπήρξαν συμπολίτες μας, αλλά, κυρίως, γιατί πρέπει να αποτελούν παράδειγμα και να είναι πηγή έμπνευσης για τους νεώτερους. 
Ποιος θα έπρεπε να αναλάβει πρωτοβουλία για το έργο αυτό; Κυρίως ο Δήμος Λευκωσίας, η πολιτεία, το Υπ. Παιδείας κατά κύριο λόγο. Ευθύνη έχουν, βέβαια, και οι πνευματικοί φορείς. Είναι ένα έργο που θα μπορούσε να αλλάξει την όψη της πόλης, να τής δώσει μιαν άλλη διάσταση.
Στην Ιρλανδία ο οργανισμός τουρισμού (ο αντίστοιχος δικός μας Κ.Ο.Τ.) πρόσφατα κατάρτισε πρόγραμμα περιηγήσεων που διαρκούν πέντε μέρες (600 χιλιόμετρα) από το Μπέλφαστ στο Δουβλίνο και το οποίο περιλαμβάνει επισκέψεις σε μνημεία, μουσεία, λόφους, τοπία, δρόμους και στενοσόκακα που επηρέασαν συγγραφείς όπως ο Τζόις, ο Ουάιλντ, ο Σουίφτ, ο Χίνι, ο Μπέκετ, ο Σο, ο Μακόρτ και ο Γιέιτς.
Στο Λονδίνο ετοιμάζονται να γιορτάσουν με πολλές εκδηλώσεις τα 200 χρόνια από τη γέννηση του Ντίκενς. Βέβαια, θα ανεγείρουν και νέα μνημεία. Στην πόλη υπάρχει το Μουσείο του και πινακίδες που σηματοδοτούν τη ζωή και το έργο του. Μάλιστα μπορεί κανείς να προμηθευτεί και τον ειδικό «χάρτη Ντίκενς» για να εντοπίσει περιοχές, δρόμους και κτήρια, που σχετίζονται με τα μυθιστορήματά του.
Αλλά και στην Αγία Πετρούπολη υπάρχει το Μουσείο του Ντοστογιέφσκι, μνημεία και πινακίδες για τα σπίτια που έζησε ή και αναφορές σε τοποθεσίες όπου έδρασαν οι ήρωές του, όπως ο Ρασκόλνικοφ στο Έγκλημα και Τιμωρία. Κυκλοφορεί, επίσης, οδηγός περιήγησης εξειδικευμένος για τη ζωή και το έργο του μεγάλου συγγραφέα. Αλλά και το Παρίσι, βρίθει από μνημεία, πινακίδες, μουσεία, εστιατόρια και καφετέριες που συνδέονται με μεγάλους λογοτέχνες. Ενδεικτικά, στο ξενοδοχείο St Germain des Pres διέμενε ο Χένρι Τζέιμς, στην καφετέρια Les Deux Magots σύχναζαν ο Χέμινγουέι, ο Μπρετόν και ο Καμύ και στο Café De Flore η Σιμόν ντε Μποβουάρ, ο Σαρτρ, ο Λόρενς Ντάρελ και ο Τρούμαν Καπότε.
Ναι, η πόλη μας θα ήταν πιο ωραία, αν οι δρόμοι της, τα κτήριά της, οι ανύπαρκτες πλατείες έφεραν παρόμοιες αναφορές για τους πνευματικούς της ανθρώπους. Θα ήταν σημεία αναφοράς. Και στο κάτω κάτω τους το χρωστάμε.