Κυριακή 26 Οκτωβρίου 2014

Τετάρτη, 22 Οκτωβρίου 2014


Αιμίλιος Σολωμού: “Η Αμφίπολη επαναφέρει την πίστη σε ξεχασμένες οικουμενικές αξίες”



Υπάρχουν φορές που ένα ταξίδι είναι ικανό να μας αγγίξει τόσο πολύ “σπέρνοντας μέσα μας σπόρους” που όταν έρθει η κατάλληλη στιγμή αποδίδουν καρπούς που κατορθώνουν να συγκινήσουν ανθρώπους σε όλο τον κόσμο. Κάπως έτσι γεννήθηκε καιτο βιβλίο του συγγραφέα, Αιμίλιου Σολωμού, με τον τίτλο “Ημερολόγιο μιας Απιστίας”-που το 2013 απέσπασε το Βραβείο της Λογοτεχνίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης-καθώς “το εκπληκτικό τοπίο, τα χρώματα, τα βράχια, η θάλασσα και το ταπεινό, ανθρώπινο περιβάλλον”, όπως χαρακτηριστικά λέει, “μίλησαν” μέσα του από την πρώτη επίσκεψή του στις Κυκλάδες, τον καιρό που ήταν ακόμη φοιτητής. Από τότε μέχρι σήμερα πολλά συνέβησαν, τα οποία γέμισαν τον κόσμο γύρω μας με ασχήμιαΚι όμως η ομορφιά είναι ακόμη ζωντανή. Στα πρόσωπα των ανθρώπων όταν γελούν, στη θάλασσα όταν είναι γαλήνια, στα πρόσφατα ευρήματα στην Αμφίπολη. Φτάνει μόνο να θέλουμε να την ανακαλύψουμε…



Συνέντευξη στη Βίκυ Καλοφωτιά


“Ημερολόγιο μιας Απιστίας”, ο τίτλος του βιβλίου σας που ταξιδεύει ήδη εκτός συνόρων. Πώς εμπνευστήκατε τους ήρωες που πρωταγωνιστούν στις σελίδες του και τι πιστεύετε ότι είναι αυτό που έκανε τους αναγνώστες να το αγκαλιάσουν;

Είναι ένα μυθιστόρημα που κυοφορούσα εδώ και πολλά χρόνια καθώς κάθε χρόνο ως φοιτητής και μετέπειτα, γοητευμένος από τις σύγχρονες Κυκλάδες πήγαινα από το ένα νησί στο άλλο, προσπαθώντας να ανακαλύψω τον μικρόκοσμό τους. Το εκπληκτικό τοπίο, τα χρώματα, τα βράχια, η θάλασσα, το ταπεινό, ανθρώπινο περιβάλλον με συνάρπαζαν και
κάθε φορά που επέστρεφα στην αστική μου βάση, ταξίδευα νοερά στις Κυκλάδες και με κατέβαλλε η αίσθηση ενός περίεργου νόστου. Μέσα σ’ αυτό το σκηνικό, στρίμωξα τον Δουκαρέλη, καθηγητή, αρχαιολόγο στο Πανεπιστήμιο Αθηνών που ανασκάπτει στο Κουφονήσι. 


Στα ερείπια ενός προϊστορικού οικισμού βρίσκει το λείψανο μιας νεαρής γυναίκας, εγκύου που δολοφονήθηκε πριν από 5000 χρόνια. Το λείψανο αποκτά όνομα: Κασσιόπη. Ανάμεσα στα προϊστορικά λείψανα θα ανθίσει ο έρωτας με μια φοιτήτριά του. Ήδη πωλήθηκαν τα δικαιώματα σε πέντε χώρες και αναμένεται να μεταφραστεί και να κυκλοφορήσει σε ισάριθμες γλώσσες, ελπίζω μέσα στο 2015. Νομίζω ότι οι αναγνώστες “αγκάλιασαν” τους κεντρικούς χαρακτήρες, επειδή είναι άνθρωποι με αδυναμίες, άνθρωποι που δοκιμάζονται από τα πάθη τους, γειωμένοι στην πραγματικότητα και σ’ ένα βαθμό γοητευτικοί. Διαπιστώνεται πως η ανθρώπινη φύση παραμένει απαράλλακτη, είτε πρόκειται για ανθρώπους της προϊστορικής εποχής, είτε για ανθρώπους της εποχής μας.




Κατά πόσο μια απιστία αποτελεί και ένα προσωπικό “παράλληλο ημερολόγιο”, όπου καταγράφονται καλά κρυμμένα στοιχεία του χαρακτήρα δύο συντρόφων μέχρι τη στιγμή της οριστικής ρήξης στη σχέση τους;

Αναμφίβολα, είναι μια παράλληλη ζωή, μυστική. Αρχικά είχα σκεφτεί τον τίτλο “Ημερολόγιο Ανασκαφής”. Στη συνέχεια άλλαξε σε “Ημερολόγιο μιας Απιστίας”, μετατοπίζοντας το κέντρο βάρους στο γεγονός της απιστίας, καθιστώντας, νομίζω, πιο άμεση και ανθρώπινη την ιστορία του βιβλίου. Φυσικά, μέσα στην απιστία ενυπάρχει η προδοσία, η υποκρισία, η ενοχή. Πρόκειται για ένα συνηθισμένο καθημερινό κοινωνικό φαινόμενο που από μόνο του ίσως λογοτεχνικά να μη λέει πολλά πράγματα.

Έχει, όμως, λογοτεχνικό ενδιαφέρον η συμπεριφορά αυτών των προσώπων: οι σχέσεις μεταξύ τους, τα πλέγματα, το ερωτικό τρίγωνο, οι αντιδράσεις τους, η ρήξη. Όλη αυτή η ατμόσφαιρα που στήνεται γύρω από ένα ανομολόγητο μυστικό, οι κλειστές κάμαρες, οι αντιδράσεις, όταν τα “άπλυτα” βγαίνουν στο φως. Η ζωή από εκεί και πέρα, τα σημάδια που αφήνει αυτό το γεγονός στην ψυχή τους. 

  
Ο κεντρικός χαρακτήρας του βιβλίου, ο καθηγητής Γιώργος Δουκαρέλης, υποκύπτει στον πειρασμό αναζητώντας διέξοδο από τη συμβατική του ζωή. Γιατί πολλές φορές αντί να “κόψουμε μαχαίρι” σχέσεις που μας εγκλωβίζουν, επιλέγουμε να παραμείνουμε κάνοντας πράγματα που πληγώνουν το σύντροφό μας;

Είναι γεγονός πως ο Δουκαρέλης εμφανίζεται δειλός, δεν είναι αποφασισμένος να βάλει ένα οριστικό τέλος στη συμβατική του ζωή. Διστάζει. Κατά βάθος δε θέλει. Δε θέλει να εγκαταλείψει τη σύζυγό του, γιατί μαζί πέρασαν πολλά και είναι αλήθεια ότι σ’ αυτήν χρωστά ακόμα και την άδεια για την ανασκαφή, όταν τα πάντα φάνηκαν να βαλτώνουν στο λαβύρινθο της γραφειοκρατίας. Δε θέλει να χάσει την ηρεμία της καθημερινής του ζωής. Όσο κι αν έπαψε να καίει η φλόγα στην ερωτική σχέση με τη γυναίκα του, εξακολουθεί να την αγαπάει. Και το καινούργιο που ανοίγεται μπροστά του, τον φοβίζει.



Δεν τολμά να προχωρήσει. Κρατάει δυο σκοινιά. Και κατά βάθος του αρέσει. Από τη μια είναι η Μαρία, από την άλλη η Αντιγόνη, νεότερη και αρκετά μικρότερή του. Μέσα σ’ αυτή τη διχοστασία, την εσωτερική-και εξωτερική- δραματικότητα που βιώνει, αναποφάσιστος, τις θέλει και τις δυο. Και έτσι πληγώνεται και πληγώνει και τις δύο συντρόφους του. Φαντάζομαι ότι έτσι θα λειτουργούσαν και πολλοί άλλοι. Αλήθεια, αν κοιτάξουμε γύρω μας, άραγε πόσοι άνθρωποι βρίσκονται εγκλωβισμένοι σε μια σχέση; Νομίζω, πάρα πολλοί. Ο κάθε άνθρωπος, βέβαια, ενεργεί διαφορετικά σε κάθε περίπτωση.




“…εδώ ό,τι αρχίζει ο τόπος και η θάλασσα, το συνεχίζουν οι άνθρωποι”, διαβάζουμε στο βιβλίο αναφορικά με τα Κουφονήσια. Γιατί επιλέξατε συγκεκριμένα αυτό το μέρος για να εκτυλιχθεί η ιστορία του Γιώργου και της Αντιγόνης;

Η ιστορία θα έπρεπε εκ των πραγμάτων να διαδραματίζεται σε κάποιο κυκλαδίτικο νησί. Απέκλεισα τα γνωστά τουριστικά και πολύβουα νησιά. Ταυτόχρονα ο χώρος έπρεπε να πληροί μια βασική προϋπόθεση: Να βρίσκεται κοντά στο κέντρο του προϊστορικού κυκλαδίτικου πολιτισμού. Είχα περάσει άλλοτε με το πλοίο της άγονης γραμμής και είδα από
το κατάστρωμα το Κουφονήσι. Όταν κοίταξα το χάρτη, διαπίστωσα ότι το Κουφονήσι βρίσκεται στην πιο επίκαιρη θέση (τόπος εξορίας, άκρη του κόσμου αναφέρεται στο βιβλίο). 



Μετά από λίγους μήνες, καλοκαίρι, ταξίδεψα εκεί και γνώρισα από κοντά το νησί. Και νομίζω ότι είναι ο ιδανικός χώρος. Το τοπίο είναι, εν πολλοίς, ανόθευτο (τα τελευταία χρόνια υπάρχει τουριστική ανάπτυξη). Εκεί συναντήθηκα με το μύθο, βρήκα τις ομηρικές μου αναφορές, τις περιγραφές, τις αμμουδιές του Ομήρου. Και έπεσα πάνω στα ανθισμένα κρίνα της θάλασσας, τα “pancratium maritimum”, που απεικονίζονται στις τοιχογραφίες της Θήρας.



Πόσο εφικτό είναι για έναν συγγραφέα στην εποχή μας να ξεχωρίσει και να μπορεί να επιβιώνει οικονομικά μόνο μέσω της πένας του;
Στα μέρη μας είναι εξαιρετικά δύσκολο, σχεδόν ανέφικτο, ένας συγγραφέας να βιοπορίζεται αποκλειστικά από τα βιβλία του. Όμως, υπάρχει η παρηγοριά πως κάνει αυτό που αγαπά περισσότερο. Και δεν είναι λίγο. Ικανοποιεί μια βασική υπαρξιακή του ανάγκη. Για να ξεχωρίσει, πρέπει κανείς να ακολουθήσει το ένστικτό του, τον μοναχικό του δρόμο, να είναι απόλυτα συνειδητοποιημένος γι’ αυτό που κάνει, να επιμείνει στην ποιότητα της δουλειάς του, να μην κάνει εκπτώσεις.

Δηλαδή να ακολουθήσει τη συμβουλή που έδωσε κάποτε ο Ρίλκε στα “Γράμματα σ’ έναν νέο ποιητή”, τον Φραντς Κάπους και να απαντήσει στον εαυτό του: “Τούτο πρώτα απ’ όλα: αναρωτηθείτε, την πιο σιγηλή ώρα της νύχτας σας: Πρέπει να γράφω; Ένα έργο είναι άξιο μόνο σαν ξεπηδάει μόνο από μιαν ανάγκη. Βυθιστείτε στον εαυτό σας, ψάξτε στα βάθη, απ’ όπου πηγάζει η ζωή σας. Εκεί θα βρείτε την απόκριση στο ερώτημα: Πρέπει να δημιουργείτε;”. Η καταξίωση είναι βασική για έναν συγγραφέα. Δυστυχώς ή ευτυχώς ο βιοπορισμός έρχεται δεύτερος και καταϊδρωμένος.



“Ένα τσεκούρι στα χέρια σου”, ένα από τα προηγούμενα βιβλία σας που έχει αποσπάσει και το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος της Κύπρου. Κρίνοντας από τα όσα επικρατούν αυτή τη στιγμή, πού θα έπρεπε να χρησιμοποιήσουμε το τσεκούρι για να αρχίζουν να αλλάζουν τα πράγματα;
Το μυθιστόρημα “Ένα τσεκούρι στα χέρια σου”, αναφέρεται σ’ έναν νεαρό, ρομαντικό και παρανοϊκό, αιθεροβάμονα, τον Οδυσσέα, που πιστεύει πως αυτός ο κόσμος έχει ξοφλήσει. Με το τσεκούρι επιχειρεί  ν’ αλλάξει τον κόσμο. Πιστεύει πως η ομορφιά είναι αυτή που θα τον σώσει. Μόνο που στη συνέχεια ο Οδυσσέας θα στρέψει το τσεκούρι εναντίον του,
αποκόπτοντας το δικό του χέρι. Κατά μία έννοια, και σήμερα, αν και το μυθιστόρημα δημοσιεύτηκε το 2007, στις παραμονές της μεγάλης λαίλαπας, μας χρειάζεται ένα τσεκούρι. Να γκρεμίσουμε την ασχήμια γύρω μας, τις χρεοκοπημένες νοοτροπίες που μας έσυραν εδώ. Και δεν αρκεί αυτό το τσεκούρι, μεταφορικά πάντα μιλώντας, να ρίξει από τα βάθρα τους επίορκους πολιτικούς, τη ριζωμένη απληστία των τραπεζικών και οικονομικών συμφερόντων που οδήγησαν τον τόπο στην καταστροφή και τον κόσμο στην απελπισία. 



Όπως ο Οδυσσέας έστρεψε το τσεκούρι εναντίον του ίδιου του εαυτού του, έτσι πρέπει να κάνουμε κι εμείς. Να αποκόψουμε όλα τα καρκινώματα που κατατρώνε τις σάρκες μας. Γιατί έχουμε κι εμείς ευθύνη. Τόσα χρόνια όχι μόνο σιωπούσαμε και σφυρίζαμε αδιάφορα, αλλά συνεργούσαμε κιόλας σ’ αυτήν την κατρακύλα. Αν δεν αρχίσουμε από εμάς, ο καθένας να βάλει το λιθάρι του, το φως θ’ αργήσει ν’ ανατείλει. Δεν είμαι ιδιαίτερα αισιόδοξος. Δείτε την ελληνική ιστορία. Πάντα τα ίδια λάθη, οι ίδιες περιπέτειες (εν πολλοίς τα ίδια πρόσωπα). Δεν μάθαμε τίποτα τόσους αιώνες.


Έχετε στις αποσκευές σας σπουδές Ιστορίας και Αρχαιολογίας και Δημοσιογραφίας κι όμως σας κέρδισε ο τομέας της Εκπαίδευσης. Τι έπαιξε καθοριστικό ρόλο σε αυτή σας την επιλογή;
Οφείλω να διευκρινίσω ότι δεν επέλεξα την εκπαίδευση από μια διάθεση να αναλάβω σταυροφορία για να σώσω τον κόσμο, άλλωστε δεν είμαι ικανός. Ούτε γιατί θεωρούσα τη διδασκαλία λειτούργημα κι εγώ θα ήμουν ο πιστός της υπηρέτης. Ήταν κυρίως η αγάπη μου για την ιστορία. Εργαζόμουν ως δημοσιογράφος και ποτέ δεν είχα φανταστεί τον εαυτό μου στην εκπαίδευση. Είχα εγκαταλείψει τη δημοσιογραφία, για να σπουδάσω ιστορία. Όταν ήρθε ο διορισμός μου, βρέθηκα σε δίλημμα. Είναι πολύ μεγάλη ευθύνη η διδασκαλία και για να είμαι ειλικρινής, επέλεξα την εκπαίδευση και για βιοποριστικούς λόγους.

Δε φανταζόμουν πως θα με παρέσυρε τόσο και πόσο θα αγαπούσα στην πορεία τη διδασκαλία, την εκπαίδευση με μια σχεδόν, ιεραποστολική διάθεση, όσο υπερβολικό κι αν φαίνεται. Τελικά, μπορεί να δίνεις πολλά στην εκπαίδευση, τον ίδιο σου τον εαυτό, αλλά οι εμπειρίες με τα παιδιά, ακόμα και οι κακές και οι ψυχοφθόρες στιγμές, είναι ανεκτίμητες. Και η ανταμοιβή πολλαπλάσια της προσφοράς. Γιατί όλα αυτά σε βοηθούν να γίνεις καλύτερος άνθρωπος, πλουσιότερος ψυχικά και πνευματικά. Μέσα από τα λάθη σου πολλές φορές. Και όλα αυτά είναι πολύ χρήσιμα για έναν συγγραφέα.

  
Στο “Ημερολόγιο μιας Απιστίας” παρακολουθούμε να υφαίνεται μια ολόκληρη ιστορία με φόντο τις αρχαιολογικές ανασκαφές. Πώς βλέπετε τα πρόσφατα γεγονότα με τις ανασκαφές στo λόφο Καστά της Αμφίπολης; Θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι μέσα σε όλη αυτή τη δίνη χάνεται τελικά η ουσία;
Είμαι από αυτούς που παρακολουθούν με κομμένη την ανάσα όσα έρχονται συνεχώς στο φως. Κάθε τόσο τρέχω στο διαδίκτυο και ψάχνω να διαβάσω ειδήσεις για την Αμφίπολη. Μπορεί, ναι, να γίνεται πολιτική εκμετάλλευση, να υπάρχουν σκοπιμότητες, επικοινωνιακά τερτίπια κι ένα είδος αρχαιολογικού CNN σ’ όλη αυτή την ιστορία, αλλά το μυστήριο, η σταδιακή αποκάλυψή του μέρα παρά μέρα, οι εικασίες, διαμορφώνουν ένα λογοτεχνικό,
αστυνομικό αρχαιολογικό θρίλερ εν εξελίξει. Και αυτό με συναρπάζει. Η ομορφιά των ευρημάτων βρίσκεται σε αντίστιξη με την ασχήμια που μας περιβάλλει. 

Σ’ έναν κόσμο που καταρρέει, ζοφερό, βάρβαρο, σκεφτείτε: η καταθλιπτική μας καθημερινότητα, η ανεργία, η φτώχεια, οι αυτοκτονίες, οι τζιχαντιστές, ο εμφύλιος στη Συρία, στην Ουκρανία, ο ιός Έμπολα, οι αεροπορικές τραγωδίες, οι χιλιάδες πρόσφυγες του πολέμου που διωκόμενοι, αναζητούν μια καλύτερη ζωή και τελικά πνίγονται και πνίγουν τα όνειρά στους στη Μεσόγειο θάλασσα, μέσα σ’ όλα τούτα, λοιπόν, έρχεται αυτή η ανασκαφή και τα ευρήματα να δώσουν μιαν οικουμενική ελπίδα. Η ομορφιά των ευρημάτων ανοίγει μιαν άλλη προοπτική. Από τη μια τα υπέροχα έργα του παρελθόντος και από την άλλη η σημερινή βαρβαρότητα. Η Αμφίπολη επαναφέρει στο επίκεντρο το ενδιαφέρον για την ελληνική αρχαιότητα, τις οικουμενικές της αξίες, την ομορφιά, την αρμονία, το μέτρο, πράγματα που έχουμε ξεχάσει μέσα στον κυκεώνα της σκληρής πραγματικότητας και των προβλημάτων.



Κατά πόσο έχει ο άνθρωπος σήμερα τη δύναμη και το θάρρος που απαιτεί μια “ανασκαφή” μέσα του με ζητούμενο την αυτογνωσία;

Θα έπρεπε να έχει τη δύναμη να προχωρήσει σε μιαν ένδον ανασκαφή. Δυστυχώς, ελάχιστοι είναι αυτοί που θα το πράξουν. Ελάχιστοι αυτοί που θα προχωρήσουν στην αυτοκριτική, στην παραδοχή των λαθών τους, να πουν ένα συγγνώμη, να φτάσουν στην αυτογνωσία. Ζούμε σ’ έναν εγωιστικό κόσμο. “Ο καθένας για τον εαυτό του και ο Θεός εναντίον όλων”, είναι ο γερμανικός τίτλος της ταινίας “Το αίνιγμα του Κάσπαρ Χάουζερ”, του Β. Χέρτσογκ. 


Θα μπορούσατε να φανταστείτε τη ζωή σας χωρίς να γράφετε; 
Η γραφή (και η ανάγνωση) είναι συνυφασμένη με την ύπαρξή μου. Κοιμάμαι και ξυπνώ με αυτή την έγνοια στο μυαλό μου. Ζω μαζί με τους ήρωες των βιβλίων. Ελπίζω μόνο, στο τέλος της ζωής μου, να μη διαπιστώσω με πίκρα ότι έζησα περισσότερο στα βιβλία παρά στην πραγματική ζωή. Νομίζω είναι ένας φόβος, μια έγνοια υπαρξιακή κατά κάποιον τρόπο, που έχει κάθε συγγραφέας που ξημεροβραδιάζεται με ένα βιβλίο στο χέρι. Είναι μια πολύ περίεργη αίσθηση η περιπέτεια της γραφής. Ειδικά όταν γράφει κανείς ένα μυθιστόρημα, μοιάζει να συμμετέχει στην επαναδημιουργία του κόσμου. Εσύ φτιάχνεις τον κόσμο, τους χαρακτήρες, τις ιστορίες. Σαν ένας μικρός θεός που κινεί με νήματα τις μαριονέτες. Γι’ αυτό όχι, δεν μπορώ να φανταστώ τον εαυτό μου, τη ζωή μου χωρίς να γράφω. Είναι το οξυγόνο μου. 

  
Ποια είναι τα άμεσα επαγγελματικά σας σχέδια; Έχετε ήδη σκεφτεί το θέμα του επόμενου βιβλίου σας;

Πέρασαν ήδη τέσσερα χρόνια από τότε που έγραψα το “Ημερολόγιο μιας Απιστίας” και οκτώ από το “Ένα τσεκούρι στα χέρια σου”. Τώρα βρίσκομαι προς το τέλος του επόμενου μυθιστορήματος. Είναι ένα θέμα που αφορά τη σύγχρονη Ελλάδα και την Κύπρο και ένα ιστορικό γεγονός του 19ου αιώνα.





*Το βιβλίο “Ημερολόγιο μιας Απιστίας”, του Αιμίλιου Σολωμού, κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Ψυχογιός.