Χρίστου Χατζήπαπα, Τα πηγάδια της ιστορίας, Εκδόσεις Γαβριηλίδη, 2012


Πέρασαν 33 χρόνια από την προηγούμενη ποιητική συλλογή (Εισαγωγή στην τραγωδία) του Χρίστου Χατζήπαπα και 43 από την πρώτη (Ενδοσκόπιο). Πολλά χρόνια. Και να που πριν μερικούς μήνες, τον Απρίλιο, ήγγικεν η ώρα για να επανακάμψει στην ποίηση μετά από τέσσερις συλλογές διηγημάτων και τρία μυθιστορήματα. Ωστόσο, όποιος γνωρίζει την πεζογραφία του, ξέρει πως δεν εγκατέλειψε ποτέ την ποίηση. Η ποίηση είναι παρούσα στα διηγήματα και τα μυθιστορήματά του. Πότε παραθέτει αυτούσια ποιήματα, στίχους ή αναφέρεται σε ποιητικά θέματα και παραπέμπει σε ποιητές. Αλλά ακόμα και οι περιγραφές του δίνονται με ποιητικό τρόπο και με την ευαισθησία ενός ποιητή. Εξάλλου, όλα αυτά τα χρόνια διάβαζε, έγραφε, μετέφραζε ποίηση.
Στη συλλογή «Τα πηγάδια της ιστορίας» ο Χρ. Χατζήπαπας παραμένει συνεπής στη θεματογραφία που ανέκαθεν τον απασχολούσε: κριτική ποικίλων όψεων της κυπριακής κοινωνίας, η αγωνία για την πατρίδα και το μέλλον αυτού του τόπου, η ιστορία, η υπαρξιακή ενατένιση, ο θάνατος και ο έρωτας.
Η συλλογή χωρίζεται σε δύο μέρη και οι τίτλοι τους είναι χαρακτηριστικοί της θεματικής του: «Της γλυκείας χώρας Κύπρου που μισή την καταντήσαμε» και «Της ύπαρξης, του έρωτα και του θανάτου».
Η ποίηση του Χρίστου Χατζήπαπα είναι μια ποίηση καταγγελτική. Βαθιά πολιτικοποιημένος ο συγγραφέας, δε θα μπορούσε να μείνει αδιάφορος απέναντι στα όσα συμβαίνουν γύρω μας και ιδιαίτερα στο αδιέξοδο στο οποίο έχει περιέλθει το κυπριακό και οι προσπάθειες για την επίλυσή του. Υψώνει κραυγή αγωνίας για το παρόν και το μέλλον και ξεμπροστιάζει με τόλμη την υποκρισία, τους πολιτικούς, τους εκκλησιαστικούς ταγούς (ο αντικληρικαλισμός είναι συχνός και στην πεζογραφία του), καταφεύγοντας στον αυτοσαρκασμό για να στηλιτεύσει τη δική του και τη δική μας στάση, την αδιαφορία μας, το λήθαργό μας, την υποταγή και τη σιωπή μας.  Ιδιαίτερα καυστικός είναι απέναντι στην πολιτική ηγεσία: Η κενότητα των λόγων σας/η ματαιότητα των πράξεών σας (Ύπνος αντιποιητικός), πολιτικοί της πεντάρας/αρχιερείς γυμνοί από φαιλόνια (Νοός Ανάσταση). Αλλά δεν είναι τόσο η συμπεριφορά των πολιτικών που τον απογοητεύει και τον γεμίζει με απαισιοδοξία όσο η απάθεια του λαού: προχωράμε αυτάρεσκα στο μέλλον (Τα πηγάδια της ιστορίας), στα μέρη μας/ τα ξηρικά […] το σεληνιακό τοπίο της ψυχής […] μέσα σκοτεινιά μας […] βαθιά/στο νεκρωμένο εγώ μας  (Αροδάφνες στον αυτοκινητόδρομο) των οικιών ημών εμπιπραμένων/ημείς άδομεν/και ερίζομεν περί όνου σκιάς/σε κομματικά μετερίζια/μιας ανήκουστης/μεταδιδόμενης ψυχοπάθειας (Ηττημένοι).
Στα πλαίσια αυτού του ζοφερού παρόντος, που ναρκοθετεί τις όποιες προσπάθειες για αισιοδοξία και προοπτική, συχνή είναι η αναφορά σε κατεχόμενα μέρη, όπως ο Πενταδάχτυλος, η Καρπασία, η Λάπηθος, ο Απ. Ανδρέας. Αλλά και λέξεις και φράσεις που παραπέμπουν στις συνέπειες της τούρκικης εισβολής, όπως νυν υπό κατοχή, προδοσίες, κολοβή πατρίδα, ημισέληνος στο αμίλητο βουνό, χαρακώματα, οιμωγές, πολεμιστές, ορύγματα, πρόσφυγες, ξένοι στρατοί δίνουν το περίγραμμα μέσα στο οποίο κινείται ο ποιητής.
Ο Χρίστος Χατζήπαπας αξιοποιεί στο έπακρο την ιστορία και την παράδοση. Η Αροδαφνούσα, ο ήρωας Ανδρέας Δημητρίου, ο Ιουστινιανός, ο Ιουλιανός, ο Πολ Ποτ, η Άννα Λουζινιάν είναι ορισμένα από τα πρόσωπα που αξιοποιεί για να φωτίσει το σήμερα και να αντικρίσει την επικαιρότητα μέσα από μια άλλη οπτική. Αλλά από τη χορεία αυτή δεν παραλείπονται και ανώνυμα πρόσωπα τα οποία κατακρίνονται για τον ύποπτο ρόλο που διαδραμάτισαν στη σύγχρονη ιστορία της Κύπρου. Συχνή είναι ακόμα και η ελληνική μυθολογία: Νέσσος, Μέδουσες, Περσεφόνη, Άδης, Δίας, δημιουργώντας έτσι ένα σύμπαν μυθικών και υπαρκτών προσώπων που γεφυρώνουν τη μεγάλη απόσταση από το απώτατο παρελθόν στο παρόν.  
Ο ποιητής πιστεύει στην ειρήνη, τη συμφιλίωση για να ξεπεραστούν τα αδιέξοδα. Χαρακτηριστικό είναι το ποίημα που έδωσε τον τίτλο στη συλλογή Τα πηγάδια της ιστορίας μας, το οποίο με τόλμη θέτει εις τον τύπον των ήλων το ζήτημα των εκατέρωθεν σφαγών μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων:
Τα πηγάδια μας/πολλών χιλιάδων χρόνων/τα μπαζώσαμε/με πτώματα εχθρών/ανεπάρκειες και βλακεία./Τώρα/αφυδατωμένοι/ρακένδυτοι/χωρίς δυνάμεις/προχωράμε ασθμαίνοντας/αυτάρεσκα/στο μέλλον…
Τελικά, η μόνη διέξοδος, πιστεύει ο ποιητής σ’ όλη αυτή τη ζοφερή πραγματικότητα είναι ο έρωτας. Ο έρωτας και η ομορφιά που κυριαρχεί στο δεύτερο μέρος της συλλογής έστω και σε σχέση με το θάνατο, δίνει μια προοπτική αισιοδοξίας. Είναι η πίστη που επανέρχεται εδώ όπως και στην πεζογραφία του Χρίστου Χατζήπαπα πως η ομορφιά (και ο έρωτας) μπορεί να υπερκεράσει τα αδιέξοδα, να σώσει τα προσχήματα, μπορεί να σώσει τον κόσμο, για να θυμηθούμε την περίφημη φράση του Ντοστογιέφσκι  («Ηλίθιος»).
Ο έρωτας εξιδανικεύεται, πολλές φορές βιώνεται ως θάνατος, στη μνήμη και στο όνειρο επιστρέφουν παλαιές ερωμένες, εφηβικοί έρωτες, στιγμές ερωτικής πληρότητας, ή κυριαρχεί η θλίψη για την ερωτική απουσία, η ερωτική επιθυμία και η ερωτική πράξη, ο πρόσκαιρος, άπιαστος έρωτας, η πτώση από τον ερωτικό παράδεισο και η νοσταλγία. Καμιά φορά, ο ποιητής εκφράζεται με περιφρόνηση για τους ανέραστους και ιδιαίτερα για όσους από αυτούς καμώνονται τους ποιητές (τα ζητήματα ποιητικής είναι επίσης παρόντα στην ποίησή του). Ο στοχασμός γύρω από τη φθαρτή ανθρώπινη φύση, το πεπερασμένο και το εφήμερο, η συναίσθηση του θανάτου, η επώδυνη απώλεια ενός φίλου, η έννοια του χρόνου, το απροσπέλαστο και μεταφυσικό του θείου κόσμου, είναι άξονες οι οποίοι διαπερνούν την ποίησή του.
Η ποίηση του Χρίστου Χατζήπαπα εντυπωσιάζει με την ποικιλία των ρητορικών της μέσων. Διακρίνεται για τον πεζολογικό της χαρακτήρα και γι’ αυτό συχνά αξιοποιούνται αφηγηματικές τεχνικές των πεζών του κειμένων όπως η μνήμη και το όνειρο. Αλλά από το πεζογραφικό του έργο είναι δανεισμένες και αναφορές διακειμενικού χαρακτήρα, όπως εμπειρίες από ταξίδια στην Ευρώπη, γεγονότα και πρόσωπα. Παραπέμπει ακόμα σε ποιητές όπως ο Σκαρίμπας, ο Βάρναλης, ο Όσκαρ Ουάιλντ, ενώ υπάρχουν απηχήσεις του Σεφέρη και του Καβάφη.
Αξίζει, όμως, να γίνει ιδιαίτερη μνεία στη γλώσσα που χρησιμοποιεί και η οποία καθιστά ελκυστικό τον ποιητικό του λόγο. Είναι γεγονός πως στην πεζογραφία του η γλώσσα έχει πρωταγωνιστικό ρόλο. Όπως και στα διηγήματα ή τα μυθιστορήματά του αξιοποιείται όχι μόνο η τρέχουσα, δημοτική γλώσσα αλλά και λέξεις της λόγιας παράδοσης, της καθαρεύουσας και της γλώσσας της Εκκλησίας, ιδιαίτερα όταν επιχειρεί να κρίνει, να κατακρίνει, να εξετάσει και να σαρκάσει. Οι ελλειπτικές φράσεις, τα ασύνδετα σχήματα, ο ακαριαίος και πυκνωμένος λόγος, οι παρενθετικές προτάσεις που σχολιάζουν, διευκρινίζουν και δίνουν μιαν άλλη διάσταση στα πράγματα και ιδιαίτερα η προφορικότητα, και συνεπώς η αμεσότητα της γλώσσας, καθιστούν πλούσια την ποίηση και πιο αποτελεσματική την ανάπτυξη της θεματολογίας του.
Καταληκτικά, η διεισδυτική ματιά του Χρίστου Χατζήπαπα, ο σαρκασμός και το δηκτικό του χιούμορ, η τόλμη στα θέματα και τη γλώσσα, η ευφυής αξιοποίηση της ιστορίας και της παράδοσης, η αυτοαναφορικότητα, οι παρομοιώσεις και μεταφορές, οι υπαινιγμοί και η πολυσημία, τα αντιθετικά σχήματα έρωτας/ομορφιά και θάνατος/ασχήμια, θεός και διάβολος αποτελούν ένα ολοκληρωμένο σύνολο ποιητικής σύλληψης. Είναι ζητήματα που απαντώνται και στο πεζογραφικό του έργο. Και μπορεί να πει κανείς πως τελικά η ποίηση και η πεζογραφία του συγκροτούν ένα ενιαίο corpus, καθώς το ένα είδος φωτίζει το άλλο.

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της ποίησής του:

Αροδάφνες στον αυτοκινητόδρομο

Ευτυχώς, αροδάφνη,
ευδοκιμείς ακόμη στα μέρη μας
τα ξηρικά
στην πέτρα
στον ασβεστόλιθο
το σεληνιακό τοπίο της ψυχής

μέσα στη σκόνη των ερήμων μας
τη χαρμολύπη του καλοκαιριού
βγαίνεις στους δρόμους
με το ροζ φουστάνι
το άσπρο νυφικό
χορεύοντας

ατίθαση  προκλητική
η Τρίτη η καλλύτερη λαλούν σε Ροδαφνούσα

και τώρα λοιδορείς με χρώματα
τη μέσα σκοτεινιά μας
συνδαυλίζοντας ό, τι απέμεινε
με σπινθήρα ακροτελεύτιο
βαθιά
στο νεκρωμένο εγώ μας.

Όμως αργήσαμε πολύ:
άνου να πάμεν, Ροδαφνού, τζ’ αφταίννει το καμίνιν…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου