Χριστίνας Γεωργίου, «Η όγδοη μέρα, Ποιήματα ΙΙΙ», εκδ. Άνευ, 2013

Η Χριστίνα Γεωργίου με τη συλλογή της «Η όγδοη μέρα» αποτίει φόρο τιμής στα «κατοικίδια» ζώα. Η συλλογή συνδυάζει την ποιητική ευαισθησία και τον κοινωνικό-περιβαλλοντικό ακτιβισμό, μια και τα έσοδα διατίθενται για τη στήριξη του καταφυγίου ζώων ΑΡΓΟΣ. Η Χρ. Γεωργίου ξεσκεπάζει την υποκρισία και κατακρίνει τη συμπεριφορά των ανθρώπων απέναντι στα εν αιχμαλωσία ζώα (Άνθρωποι/Απάνθρωποι ονομάζονται στο ποίημα «Lassie»). Όχι πως η συμπεριφορά του ανθρώπου απέναντι στον άνθρωπο είναι καλύτερη. Αντίθετα. Ωστόσο, τα ποιήματα αυτά αποτελούν, το μέτρο για να αξιολογήσουμε τον πολιτισμό μας. 
Πρόκειται για 14 ποιήματα (15 μαζί με τον πρόλογο), σε κάθε ένα από τα οποία λαμβάνει χώρα μια διαφορετική ιστορία με διαφορετικό κάθε φορά κατοικίδιο ζώο. Τα ποιήματα συνοδεύονται από τα σκίτσα της Ειρήνης Χριστούδη. Τα κατοικίδια έχουν ονόματα, πολλές φορές όχι τυχαία και αποκτούν ανθρώπινες ιδιότητες (π.χ. σκέφτονται ή ονειρεύονται την προηγούμενη ζωή τους σε συνθήκες ελευθερίας) ή το χαρακτήρα υπαρκτών προσώπων, όπως π.χ. η κροκόδειλος Marilyn: Δεν είχαν δει/πως μοιραζόταν/μ’ εκείνην/την ίδια απελπισία/τον εγκλεισμό/την αποξένωση.
Τα κατοικίδια ζώα της «Όγδοης μέρας» βιώνουν την αιχμαλωσία, την προδοσία από τα «αφεντικά» τους, την εγκατάλειψη, την  αδιαφορία, τη ματαιοδοξία των ανθρώπων να εμπλουτίζουν τις συλλογές τους με σπάνια, πανάκριβα ζώα και πτηνά, το ξερίζωμα από το φυσικό τους χώρο και τον εγκλεισμό σ’ ένα άξενο περιβάλλον, καμιά φορά τη βρώση και σε πολλές περιπτώσεις τη θανάτωση. Η ποιήτρια συνομιλεί συχνά ισότιμα σε β΄ πρόσωπο με τα κατοικίδια ζώα, δίνοντάς τους έτσι υπόσταση, και παράλληλα, με στοχαστική διάθεση, αναδεικνύει και άλλες θεματικές που έχουν να κάνουν με τον άνθρωπο και τη συμπεριφορά του: φτώχεια, ανέχεια, μόλυνση, το χάος της πόλης, οι πόλεμοι, οι φόνοι, οι βιασμοί, οι άστεγοι, οι πρόσφυγες. Η ποίησή της λειτουργεί έτσι αντιστικτικά: Από τη μια η σκληρότητα και βαρβαρότητα των ανθρώπων και από την άλλη η τρυφερότητα και η αθωότητα των ζώων.
Μπροστά σ’ αυτή την κατάσταση, τα ζώα, αποδεικνύονται πιο νοήμονα από τους ανθρώπους και αντιδρούν: δραπετεύουν (ο βόας Will, η κουκουβάγια Tyto) ή διαφεύγουν μαζικά στην πόλη («Απών»), ορισμένα μαζικά, επειδή δεν αντέχουν τη ζοφερή πραγματικότητα της πόλης, ή επιστρέφουν στο κλουβί προτιμώντας τη σκλαβιά τους (καναρίνι Tweety), η κροκόδειλος Marylin τρώει το χέρι του αφεντικού της. Η κατάληξη, βέβαια, είναι η σκληρή απάντηση των ανθρώπων, η θανάτωση χωρίς οίκτο των  ζώων: Όταν οι άνθρωποι/ξεχύθηκαν/απ’ τις αυλές τους/με τα δίκαννα/στη μεγαλούπολη//Ποιος ήταν πια ο Παρείσακτος/κανείς δεν μπορούσε να πει//Όταν τα ζώα/ψυχορραγούσαν/στις λεωφόρους/της μεγαλούπολης («Απών»).

Τελικά, μόνο η σύμπραξη των ζώων με τα παιδιά, και η αθωότητά τους, θα αντιμετωπίσουν τη σκληρότητα και την υποκρισία των μεγάλων: Αναρωτήθηκες/πώς μεγαλώνουν τα παιδιά/μες στο τσιμέντο/δίχως φως, δίχως δάση/δίχως χώμα//Έκανες μια φιγούρα/το μωρό γέλασε/δε σε φοβόταν//Καβάλησε/τη λαμπερή σου πλάτη//Και κινήσατε μαζί/απ’ τις υδρορροές/για κόσμους πράσινους («Will»). Κάτι ανάλογο συμβαίνει και στα ποιήματα «Tweety», «Atom», «Bugsy». Η ποιήτρια με τη συλλογή «Όγδοη μέρα» συνδιαλέγεται, σ’ ένα βαθμό, με μια μακρά παράδοση, τη λογοτεχνία της Ανατολής και της αρχαίας Ελλάδας, στις οποίες αποδίδονται ανθρώπινες ιδιότητες στα ζώα (π.χ. οι μύθοι του Αισώπου, Όρνιθες Αριστοφάνη) και την πιο σύγχρονη δυτική λογοτεχνία (Η φάρμα των ζώων του Όργουελ: εξέγερση των ζώων μπροστά στην καταπίεση των ανθρώπων).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου