Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2013

Κ) Εκδότες με ειδοποιούσαν να πάρω τα χειρόγραφα μου πριν τα πολτοποιήσουν, λέει στο ΚΥΠΕ ο βραβευμένος Α. Σολωμού

ΚΥΠΕ - Γιώργος Χριστοδουλίδης - ΛΕΥΚΩΣΙΑ 23/10/2013 09:30

Μια μεγάλη τιμή επεφύλασσε πρόσφατα η ζωή στον 42χρονο συγγραφέα Αιμίλιο Σολωμού. Όπως ανακοινώθηκε από τις Βρυξέλλες, ο Κύπριος λογοτέχνης είναι ένας από τους 12 νικητές του φετινού Ευρωπαϊκού Βραβείου Λογοτεχνίας, για το βιβλίο του «Το Ημερολόγιο μιας Απιστίας».
Το βραβείο λογοτεχνίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης στρέφει το διεθνές ενδιαφέρον σε αξιόλογους νέους ή πρωτοεμφανιζόμενους συγγραφείς, οι οποίοι διαφορετικά δεν θα μπορούσαν πιθανώς να αποκτήσουν την αναγνώριση που τους αξίζει εκτός της χώρας τους.
Κάθε νικητής παίρνει χρηματικό βραβείο ύψους 5.000 ευρώ. Εκτός αυτού, οι εκδότες τους ενθαρρύνονται να υποβάλουν αίτηση για χρηματοδότηση από την ΕΕ της μετάφρασης των βραβευθέντων βιβλίων σε άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες. Το βραβείο λογοτεχνίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUPL) είναι ανοιχτό για τις 37 χώρες που συμμετέχουν στο τρέχον πρόγραμμα «Πολιτισμός» της ΕΕ. Κάθε χρόνο εθνικές κριτικές επιτροπές από το ένα τρίτο των χωρών ανακηρύσσουν τους νικητές, έτσι ώστε όλες οι χώρες που συμμετέχουν στο πρόγραμμα να εκπροσωπούνται σε βάθος χρόνου τριετίας
Δεν είναι  συνηθισμένο γεγονός ένας Κύπριος λογοτέχνης να βραβεύεται με ξένο βραβείο και δη τέτοιου μεγέθους. Το γεγονός δείχνει ίσως ότι η νέα γενιά των Κυπρίων λογοτεχνών αν μη τι άλλο έχει κάτι να πει και σε αρκετές περιπτώσεις, με τρόπο πιο ανανεωμένο και διεισδυτικό απ’ ότι οι προηγούμενες γενιές, φωτίζει ίσως την ανάγκη η νέα αυτή λογοτεχνία  να προσεχθεί.
Τι είναι όμως ένα βραβείο για ένα λογοτέχνη; Πώς επιδρά στις μοναχικές αναζητήσεις του; Σε ποιο βαθμό αναστέλλει διαδικασίες αυτοαμφισβήτησης του; Πόσο μια απώλεια που δεν βίωσε μπορεί να καθορίσει σε βαθμό σημαντικό τις οπτικές της γραφής αλλά και της σκέψης του;
Σε αυτές και άλλες ερωτήσεις απαντά στη συνέντευξη που ακολουθεί ο Αιμίλιος Σολωμού. Εξηγεί επίσης γιατί για κείνον, η ασχήμια της ζωής αποτελεί πλουσιότερη πηγή άντλησης ιδεών και ερεθισμάτων, από τη χαρά τη χαρά της ζωής, ενώ περιγράφει με ποιόν τρόπο βίωσε την αποκαρδιωτική δοκιμασία της εκδοτικής απόρριψης, μια δοκιμασία μέσα από την οποία πολλοί λογοτέχνες περνούν στα αρχικά στάδια των προσπαθειών τους, μέχρι να καταξιωθούν.

Ερ. Ποιά κινητήριος δύναμη σ’ έριξε και σε κράτησε στη λογοτεχνία;
Απ. Νομίζω πως αυτό έχει να κάνει με παράγοντες που είναι ανεξάρτητοι με τη θέλησή μου. Όπως συμβαίνει στις πλείστες των περιπτώσεων. Το γεγονός ότι μετά το θάνατο του αδελφού μου από κεραυνό, δύο χρόνια αργότερα, ήρθα εγώ για να πάρω τη θέση του, νομίζω επηρέασε την ψυχοσύνθεσή μου και τον τρόπο που αντιλαμβανόμουν τον κόσμο. Θυμάμαι πως ένιωθα ενοχές και τύψεις για χρόνια και έλεγα πως όταν μεγαλώσω, θα γράψω ένα βιβλίο για τον αδελφό μου (Ώσπερ στρουθίον, τάχος επέτασας). Έπειτα, στο Δημοτικό, όταν διάβασα το πρώτο μου μυθιστόρημα, το Μπεν Χουρ, μέσα σε μια μέρα, ένιωσα πως μου αποκαλύφθηκε ένας νέος συναρπαστικός κόσμος. Αλλά, και η μητέρα μου με επηρέασε πολύ. Όταν ερχόταν στη Λευκωσία, επιστρέφοντας στο χωριό, μού έφερνε πάντα σαν ήμουν παιδί, κλασικά παραμύθια και βιβλία. Παρόλο που πήγε μέχρι την τρίτη τάξη του Δημοτικού, τα βράδια μετά την κουραστική της δουλειά στα χωράφια, καθόταν στην πολυθρόνα, έχοντας πάντα ένα βιβλίο στο χέρι. Μαρτυρολόγια, αγιολόγια, την Οδύσσεια του Ομήρου. Γνωρίζει και απαγγέλλει από μνήμης μακροσκελή δημοτικά τραγούδια, όπως Του Νεκρού Αδελφού, και ξέρει καλά την Οδύσσεια και τις ιστορίες της Βίβλου. Τελευταία, βρήκε πεταμένο στην κοίτη ενός ποταμού στο χωριό το σχολικό βιβλίο της Οδύσσειας. Ήταν σχεδόν ανέγγιχτο και δεν μπορούσε να κατανοήσει πώς μπορεί κάποιος να πετά ένα βιβλίο. Το έχει στο σπίτι και το διαβάζει, αυτή ογδόντα χρονών, μια απλή γυναίκα, ένας άνθρωπος του λαού. Αν αυτοί που έχουν αξιώματα και μας κυβερνούν είχαν την ίδια ευαισθησία για το βιβλίο και τον πολιτισμό, δεν θα φτάναμε στη σημερινή κατάσταση (κυπριακό, οικονομία, ηθική κατάπτωση).
Ερ. Ανήκεις στο «είδος» εκείνο του λογοτέχνη που επιστρέφει στα γραπτά του και λέει αυτό θα μπορούσα να το γράψω καλύτερα ή θεωρείς πως έγραψες ακριβώς εκείνο που πρέπει;
Απ. Ένα βιβλίο, όταν φύγει από τα χέρια του συγγραφέα του, αρχίζει το δικό του ταξίδι. Συνεπώς δεν υπάρχει λόγος να γυρίζει κανείς σ’ αυτό και ν’ αλλάζει πράγματα. Ωστόσο, νομίζω πως όλοι ή οι περισσότεροι κατά καιρούς συλλαμβάνουν τον εαυτό τους να βλέπει με κριτική ματιά τα προηγούμενα γραπτά τους. Αυτό συμβαίνει μετά από κάποια χρονική απόσταση από την έκδοση ενός βιβλίου. Σε κάποιο βαθμό είναι υγιές και συμβάλλει στην αυτοβελτίωση ενός συγγραφέα. Σε κάθε βιβλίο μόλις τελειώσει, έχω την αίσθηση ότι πήγε καλά, ότι πράγματι έγραψα αυτό που είχα στο μυαλό μου. Αν και αμφιβολίες πάντα υπάρχουν για το τελικό αποτέλεσμα. Όσο περνά όμως ο καιρός, όταν πια είμαι πιο αποστασιοποιημένος και δεν τελώ υπό την επήρεια των χαρακτήρων και της πλοκής, όλης αυτής της μαγείας και της μέθης (πιστεύω ότι όσο ο συγγραφέας γράφει ένα μυθιστόρημα είναι αναπόσπαστο κομμάτι της αφήγησης, με την έννοια ότι είναι ένα πρόσωπο που συγχρωτίζεται και συνυπάρχει με τους ήρωες του, είναι ένας από αυτούς), τότε οι αδυναμίες αρχίζουν να προβάλλουν μέσα από την ομίχλη. Αδυναμίες στην πλοκή, το ύφος, τις τεχνικές αφήγησης.
Ερ. Τι σημαίνει για σένα το βραβείο που πήρες; Τι σημαίνουν τα βραβεία για τους λογοτέχνες;
Απ. Είναι τιμή και ενθάρρυνση να συνεχίσω, και κυρίως να μην απογοητεύσω όσους πίστεψαν στο βιβλίο μου και να μην απογοητεύσω στο τέλος και τον εαυτό μου. Η ουσία του συγκεκριμένου βραβείου είναι η ευκαιρία που δίνεται στο βιβλίο να μεταφραστεί σε βασικές γλώσσες της Ευρώπης, αφού αυτό προβλέπει το πρόγραμμα, και έτσι να συνεχίσει το ταξίδι του, να φτάσει στα χέρια και άλλων αναγνωστών.
Πέραν τούτου, τα βραβεία για έναν λογοτέχνη δεν θα πρέπει να σημαίνουν και πολλά. Ένα βιβλίο και ο συγγραφέας του δεν καταξιώνονται με ένα βραβείο όσο σημαντικό κι αν είναι αυτό. Και το αντίθετο. Ένας συγγραφέας και ένα βιβλίο δεν απαξιώνονται, επειδή δεν βραβεύτηκαν. Σκεφτείτε πόσοι συγγραφείς βραβεύτηκαν και εξαφανίστηκαν, ακόμα και νομπελίστες, και πόσοι δεν βραβεύτηκαν και το έργο τους άντεξε. Ένα παράδειγμα είναι ο ποιητής Θεοδόσης Πιερίδης, ο οποίος δεν τιμήθηκε, ας πούμε με ένα κρατικό βραβείο.
Πάντως, γενικά ένα βραβείο πάντα αποτελεί μια ευκαιρία για να γίνει συζήτηση γύρω από το βιβλίο. Και στην Κύπρο ιδιαίτερα το έχει ανάγκη.
Ερ. Αισθάνθηκες ποτέ ότι δεν ξέρεις για ποιον γράφεις; Πέρασες από την κάμινο της αυτοαμφισβήτησης; Και αν ναι, πώς εξήλθες;
Απ. Πάντα γράφω πρώτα πρώτα για τον εαυτό μου. Δεν έχω καθόλου την έγνοια μου στο μελλοντικό αναγνώστη. Και όταν αρχίζω ένα μυθιστόρημα, έχω σχεδόν όλη την εικόνα του στο μυαλό μου. Χωρισμένα κεφάλαια, χαρακτήρες. Για να μην πελαγώσω σ’ έναν ωκεανό από πρόσωπα και γεγονότα. Βέβαια, πολλά αλλάζουν στην πορεία. Με συναρπάζει η διαδικασία της συγγραφής ενός μυθιστορήματος. Παρασύρομαι, ζω τα γεγονότα του βιβλίου τόσο έντονα σαν να μην πρόκειται για τη φαντασία αλλά για την πραγματικότητα. Δεν ξέρω πόσο καλό είναι αυτό. Αλλά στο τέλος τέλος καταντά και ένας από τους σκοπούς της συγγραφής, να ζήσω εγώ όλη αυτή την περιπέτεια.
Οι αμφιβολίες και η αυτοαμφισβήτηση πάντα θα υπάρχουν, αλλά ξεπερνιούνται με την επιμονή και την αφοσίωση σ’ αυτό που κάνεις. Ακόμα και οι μεγάλοι συγγραφείς, τα ιερά τέρατα της λογοτεχνίας, δε νομίζω να μην είχαν αμφιβολίες για το έργο τους. Κυρίως στη δική μου περίπτωση η αυτοαμφισβήτηση ήταν εντονότερη την εποχή που πρωτοξεκίνησα να στέλνω χειρόγραφά μου σε εκδοτικούς οίκους. Αυτή η αμφισβήτηση που εισέπραττα, οι απορρίψεις, ενίσχυσε και την αυτοαμφισβήτησή  μου. Όταν άρχισα να παίρνω τις αρνητικές απαντήσεις, ερχόταν η καταστροφή. Σιγά σιγά το ξεπέρασα. Έπαιρνα θάρρος από τις περιπέτειες χειρογράφων μεγάλων συγγραφέων που παρά τις απορρίψεις, τελικά εκδίδονταν σε βιβλίο και γίνονταν σπουδαίες επιτυχίες. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι το υπέροχο βιβλίο του Ρίτσαρτ Μπαχ Ο Γλάρος Ιωνάθαν Λίβινγκστον, το οποίο απορρίφθηκε από σαράντα εκδοτικούς οίκους μέχρι να εκδοθεί. Στην αρχή ήμουν πολύ ανυπόμονος. Αλλά στη συνέχεια διασκέδαζα και γελούσα με τις ειδοποιήσεις των εκδοτικών οίκων που μου ζητούσαν να περάσω από τα γραφεία τους, να παραλάβω το χειρόγραφο, γιατί θα το έστελλαν για πολτοποίηση. Τελικά οι απορρίψεις νομίζω μου έκαναν καλό. Γιατί πάλευα να βελτιώσω τη γραφή μου. Και στο τέλος τέλος, ευτυχώς που δεν αποδέχονταν προς έκδοση εκείνα τα πρωτόλεια κείμενά μου.
Ερ. Πόσος Αιμίλιος Σολωμού υπάρχει στα μυθιστορήματά του; Ποια η αναλογία πραγματικών βιωμάτων και μυθιστορίας;
Απ. Στα δύο τελευταία μυθιστορήματα (Ένα τσεκούρι στα χέρια σου, Ημερολόγιο μιας απιστίας) δεν έχουν περάσει παρά ελάχιστα αυτοβιογραφικά στοιχεία. Κυρίως εικόνες και λίγα γεγονότα που παρακολούθησα ως αυτόπτης μάρτυρας να συμβαίνουν από μακριά. Στα δύο πρώτα όμως (Το σκιάχτρο, Ώσπερ στρουθίον, τάχος επέτασας) και κυρίως στο Ώσπερ στρουθίον, τα αυτοαναφορικά στοιχεία είναι διάχυτα σε όλο το μυθιστόρημα. Η αφήγηση είναι σε πρώτο πρόσωπο. Αφηγητής είναι ο αδελφός μου και αναφέρεται στα όσα έζησε μέχρι το τέλος της ζωής του. Στην πραγματικότητα όσα αφηγείται, σ’ ένα μεγάλο βαθμό, είναι όσα έζησα εγώ στην παιδική μου ηλικία. Τα γεγονότα και τα πρόσωπα είναι κατά 90 % απολύτως πραγματικά και υπαρκτά. Επομένως, πρόκειται για μια πραγματική ιστορία, προσαρμοσμένη και παραλλαγμένη ελάχιστα στις ανάγκες ενός μυθιστορήματος.
Ερ. Ποιές συγγενικές αρχές διακρίνεις στο έργο σου με το έργο άλλων συγγραφέων, ξένων και Κύπριων; Υπάρχει κάποιος για σένα που αποτελεί σημαντικό σημείο αναφοράς;
Απ. Δεν ξέρω, αλλά μπορώ να αναφέρω παρατηρήσεις αναγνωστών που βρίσκουν αντιστοιχίες με άλλους συγγραφείς, οι οποίοι ομολογώ είναι από τους αγαπημένους μου και ίσως με επηρέασαν. Στο Ώσπερ στρουθίον βρήκαν συγγένειες με τον Παπαδιαμάντη, ίσως γιατί η υπόθεση θυμίζει ηθογραφία και παραπέμπει σε μιαν άλλη εποχή. Στο Ένα τσεκούρι στα χέρια σου πολλοί βρήκαν είδαν επηρεασμούς από τον Ντοστογιέφσκι. Και είναι αλήθεια πως στο βιβλίο υπάρχουν αναφορές στον Ντοστογιέφσκι. Ορισμένοι άλλοι από τους συγγραφείς που αγαπώ και διαβάζω είναι ο Ζ. Σαραμάγκου, ο Γκ. Μαρκές, ο Μ. Προυστ και ο Φ. Ροθ.
Ερ. Η πιο δυνατή πηγή άντλησης για σένα; Η ομορφιά ή η ασκήμια της ζωής;
Απ. Ανεπιφύλακτα η ασκήμια της ζωής. Είναι ωραίο να υμνείς τη χαρά, αλλά θα το κάνεις ίσως μια φορά και τέλος. Εκτός κι αν μιλάμε για την ομορφιά του έρωτα. Όλα τα μεγάλα έργα γράφτηκαν για τον πόνο, το θάνατο, τον ανέφικτο έρωτα, την καταστροφή, την ουτοπία, τα μεγάλα υπαρξιακά ερωτήματα που βασανίζουν τον άνθρωπο. Πολλές φορές και η ομορφιά, όταν τείνει προς την ασχήμια (Το πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέι του Όσκαρ Ουάιλντ). Ωστόσο, όταν πραγματεύεσαι τα μεγάλα ζητήματα, αναπόφευκτα αυτό γίνεται υπό την οπτική  μιας υποβόσκουσας αντίστιξης: καλό-κακό, ομορφιά-ασχήμια, ζωή-θάνατος. Η ασκήμια σ’ αυτή την περίπτωση έχει και λίγη ομορφιά. Η ερώτηση μού θυμίζει τα «δίδυμα» βιβλία του Ουμπέρτο Έκο Ιστορία της Ομορφιάς και Ιστορία της ασχήμιας. Είχε προηγηθεί η μετάφραση και η έκδοση στα ελληνικά της Ιστορίας της Ομορφιάς. Έσπευσα αμέσως να αγοράσω το καταπληκτικό Ιστορία της ασχήμιας. Την Ιστορία της Ομορφιάς δεν τη διάβασα.
Ερ. Πολεμάς να κρατήσεις τα φύλλα σου ή να τα πολλαπλασιάσεις; Ο λογοτέχνης είναι σε φάση άμυνας ή επιθετικής δημιουργίας;
Απ. Νομίζω πως αγωνίζομαι και εγώ όπως είπε κάποτε ο Άλμπερτ Καμύ να ανασηκώσω κάπως τις πλάτες μου. Ο λογοτέχνης είναι μέρος της κοινωνίας. Και ταυτόχρονα έχει κάποια διαφορετική, ιδιότυπη ιδιοσυγκρασία. Κι αυτό του επιτρέπει να παρατηρεί και να καταγράφει. Γίνεται η φωνή του μέσου ανθρώπου, η συνείδησή του ή έτσι θα έπρεπε. Πότε αμυνόμενος απέναντι στους πάντες και τα πάντα, πότε επιτιθέμενος με το έργο του απέναντι στους πάντες και τα πάντα.
Ερ. Η περιβάλλουσα θλιβερή κοινωνική κατάσταση πόσο επηρεάζει το έργο σου;
Απ. Συχνά, καθημερινά με εξοργίζει και με στεναχωρεί, όπως όλους. Κυρίως η υποκρισία του πολιτικού και οικονομικού συστήματος. Και ιδιαίτερα όσων υπηρετούν και εξυπηρετούν ποικίλα συμφέροντα, αλλά εμφανίζονται ως αδιάφθοροι χωρίς ίχνος ντροπής για τον ύποπτο και βρόμικο ρόλο τους. Θα τους έχετε δει. Παρελαύνουν καθημερινά στα Μ.Μ.Ε. Από την άλλη, είναι ο απλός κόσμος στον οποίο ασκείται η μεγάλη πίεση από πάνω προς τα κάτω και υποφέρει. Όλα αυτά είναι τροφή για σκέψη και προβληματισμό. Διαβάζω και προσπαθώ να καταλάβω πώς φτάσαμε ως εδώ και στην Ελλάδα και στην Κύπρο. Και σκέφτομαι ποια είναι η θέση του πολιτισμού μέσα σε όλα αυτά. Και ποιος είναι ο ρόλος του. Αυτή η κατάσταση προσφέρει βέβαια πολλές ευκαιρίες για δημιουργία. Πάντως, κρατώ σημειώσεις. Ίσως χρειαστούν σε ένα νέο μυθιστόρημα.
Ερ. Θα σε ρωτούσα πώς κρίνεις την κρατική στήριξη στον πολιτισμό, αλλά μήπως είναι πια μια ανώφελη ερώτηση;
Απ. Η απάντηση είναι αναμενόμενη, δεν θα μπορούσε να ήταν διαφορετική. Η στήριξη δεν ήταν αυτή που θα έπρεπε ακόμα και στις καλές εποχές, της οικονομικής ευημερίας, πόσo μάλλον τώρα μέσα στην κρίση. Δυστυχώς, ο πολιτισμός ήταν το πρώτο θύμα των μέτρων και των περικοπών. Αλλά γιατί; Για να δοθούν αυτά τα λεφτά σε άπορους, σε ανθρώπους που είχαν πραγματικά ανάγκη; Δόθηκαν για να στηριχτούν οι τράπεζες. Δυστυχώς, η πολιτική των εκάστοτε κυβερνήσεων για τον πολιτισμό ήταν πάντοτε μικρόψυχη και κοντόφθαλμη. Η οικονομική στήριξη στον πολιτισμό ήταν για τους τεχνοκράτες χαμένα λεφτά, χαμένη υπόθεση. Κι όμως, ακόμα και στην Ελλάδα της βαθιάς οικονομικής κρίσης, ο πολιτισμός είναι η πρώτη βιομηχανία της χώρας με την έννοια ότι από αυτήν ζουν και εργοδοτούνται εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι από τους τομείς του θεάτρου, του βιβλίου, του κινηματογράφου, της μουσικής. Η λύση επομένως, θα ήταν η ενίσχυση του πολιτισμού και όχι η αποδυνάμωσή του. Γιατί κάποια στιγμή θα μετανιώσουμε γι’ αυτή τη στάση μας και θα το πληρώσουμε. Ήδη το πληρώνουμε. Η αντιμετώπιση της ηθικής παραλυσίας και του αμοραλισμού, του βαθύτερου αιτίου που οδήγησε στη σημερινή κρίση, μόνο με τον πολιτισμό και την παιδεία μπορεί να αντιμετωπιστεί. Η οικονομική ανάκαμψη θα έρθει, η ηθική όμως; Και εν τέλει δεν πιστεύω ότι είναι τόσο θέμα χρημάτων όσο θέμα οραμάτων. Και όραμα για τον πολιτισμό δεν είχε δυστυχώς καμιά κυβέρνηση.

(ΚΥΠΕ/ΓΧΡ/ΜΜ)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου