Σάββατο 6 Αυγούστου 2011

Βιβλία στην πυρά!

Ολλανδία, 22 Ιουνίου: Μία ακτιβιστική ομάδα καίει σε πάρκο του Άμστερνταμ, ακριβώς 78 χρόνια μετά τις τελετουργικές πυρές και το κάψιμο βιβλίων στη ναζιστική Γερμανία (10 Μαΐου  και 21 Ιουνίου 1933), το εξώφυλλο του βιβλίου The Book of Negroes του Καναδού Λόρενς Χιλ. Το Ίδρυμα για την Τιμή και την Αποκατάσταση των Σκλάβων στο Σουρινάμ, που αγωνίζεται για αποζημιώσεις υπέρ των θυμάτων, είχε επικοινωνήσει νωρίτερα με το συγγραφέα και ζήτησε την αντικατάσταση του τίτλου. Ο εκπρόσωπος του Ιδρύματος Πέρεζ Γιονγκ Λόι διευκρίνισε στο «The New Yorker» ότι δεν έκαψαν ολόκληρο το βιβλίο, γιατί δεν είναι το περιεχόμενό του που βρίσκουν προσβλητικό αλλά τον τίτλο. Και είναι αλήθεια ότι σε ορισμένες χώρες ο Χιλ εξέδωσε το βιβλίο με διαφορετικό τίτλο.
Ο πρόεδρος του Ιδρύματος Ρόι Γκρόενμπεργκ σε επιστολή του προς το συγγραφέα εξήγησε: «Εμείς, οι απόγονοι των σκλάβων της πρώην ολλανδικής αποικίας του Σουρινάμ, σάς πληροφορούμε ότι δεν αποδεχόμαστε τον τίτλο Το βιβλίο των νέγρων. Αγωνιζόμαστε εδώ και πολύ καιρό για να επαλειφθεί ο όρος από την ολλανδική γλώσσα και τώρα εσείς εκδίδετε αυτό το βιβλίο. Είναι πραγματικά ντροπή! Γι’ αυτό αποφασίσαμε να κάψουμε το  βιβλίο στις 22 Ιουνίου. Ίσως να μην το γνωρίζετε, αλλά ο Ιούνιος είναι ο μήνας πριν την 1η Ιουλίου, την επέτειο της απελευθέρωσης του Σουρινάμ από τους Ολλανδούς, οι οποίοι έριξαν τους προγόνους μας στη σκλαβιά».
Το βιβλίο αναφέρεται σε μια γυναίκα από τη Δυτική Αφρική, που αγωνίζεται να διατηρήσει την ανθρωπιά της, αν και σκλάβα στη βόρεια Αμερική κατά τον 18ο αιώνα. Είναι επηρεασμένο από την πραγματική ιστορία των μαύρων που παρέμειναν πιστοί στους Βρετανούς κατά την Αμερικάνικη Επανάσταση και μεταφέρθηκαν στη Νέα Σκοτία μετά την ήττα τους.
Ο Χιλ, μαύρος επίσης, παραδέχτηκε πως: «Ο πατέρας μου γεννήθηκε το 1923 και αποκαλούσε τον εαυτό του με περηφάνια νέγρο σε όλη τη ζωή του, αλλά αν ζούσε σήμερα σίγουρα δε θα χρησιμοποιούσε αυτόν τον όρο». Και πρόσθεσε: «Λέω στα παιδιά μου ότι πρέπει να γνωρίζει κανείς την έννοια των λέξεων και να τις χρησιμοποιεί σωστά. Ακόμα κι αν αυτές αναφέρονται σε διακρίσεις ή ρατσιστικούς όρους. Ούτε κι εγώ χρησιμοποιώ τον όρο νέγρος στην καθημερινή μου ζωή. Αλλά, μερικές φορές πρέπει να χρησιμοποιούμε τέτοιες λέξεις, όταν αναφερόμαστε στην ιστορία μας». Είπε ακόμα πως  η πράξη της ομάδας αυτής στην Ολλανδία υποτιμά τους αναγνώστες, παρεμποδίζει το διάλογο, προσβάλλει όσους αγαπούν την ελευθερία του λόγου και θύμισε το κάψιμο των βιβλίων κατά την περίοδο της ισπανικής Ιεράς Εξέτασης και της ναζιστικής Γερμανίας.
Το κάψιμο του The Book of Negroes ξύπνησε επώδυνες μνήμες. Δεν είναι, βέβαια, η πρώτη φορά που οι άνθρωποι καίνε βιβλία για λόγους ηθικούς, θρησκευτικούς ή πολιτικούς. Θυμόμαστε το 2000 στην Αθήνα το κάψιμο του βιβλίου του Μίμη Ανδρουλάκη Μν από πιστούς φανατικούς και ρασοφόρους με σταυρό. Και πιο πρόσφατα, την περασμένη άνοιξη, τον εξτρεμιστή πάστορα Τέρι Τζόουνς να καίει το Κοράνι στη Φλόριντα των Η.Π.Α.
Υπάρχουν πολλά παραδείγματα από την ιστορία. Ακόμα και στη δημοκρατική Αθήνα υπάρχουν τέτοιες αναφορές. Το ίδιο έγινε και στην Κίνα, τον 3ο αι. π.Χ., όταν διατάχθηκε το κάψιμο βιβλίων του Κομφουκιανισμού. Κάηκαν, ακόμα, σπουδαίες βιβλιοθήκες, όπως η περίφημη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, με συνέπεια να απολεσθεί σημαντικό μέρος της συσσωρευμένης ανθρώπινης γνώσης. Και στη διάρκεια του Πολέμου στην Κόλπο, οι βιβλιοθήκες της Βαγδάτης και της Μοσούλης λεηλατήθηκαν και πυρπολήθηκαν.
Στη μνήμη, όμως, του σύγχρονου ανθρώπου παρέμειναν έντονα χαραγμένες οι τελετές των ναζί το 1933, που έλαβαν χώρα σε πολλές πόλεις της Γερμανίας (π.χ. Βερολίνο, Φρανκφούρτη, Μόναχο) τη 10η Μαΐου και την 21η Ιουνίου. Το αποκορύφωμα, βέβαια, των τελετών συνετελέσθη στην Πλατεία της Όπερας στο Βερολίνο, όπου συγκεντρώθηκαν 40,000 άνθρωποι. Όταν έπεσε το σκοτάδι, φορτηγά άρχισαν να ξεφορτώνουν βιβλία που αφαιρούνταν από δημόσιες, κρατικές και πανεπιστημιακές βιβλιοθήκες (άνδρες της Γκεστάπο θα επιδράμουν το επόμενο διάστημα και σε ιδιωτικές βιβλιοθήκες και θα κατασχέσουν βιβλία που περιλαμβάνονταν στον απαγορευμένο κατάλογο). Φοιτητές θα τα ρίχνουν στην πυρά, ενώ άλλοι κρατώντας δάδες θα παρελαύνουν υπό τους ήχους των τυμπάνων, τραγουδώντας ναζιστικά τραγούδια. Ο περιβόητος υπουργός προπαγάνδας του Χίτλερ Γιόζεφ Γκέμπελς, στη σύντομη ομιλία του θα ανακοινώσει «το τέλος της εβραϊκής διανόησης»! Απευθυνόμενος στους φοιτητές είπε: «Κάνετε το σωστό, καθώς τώρα τα μεσάνυχτα, παραδίδετε στις φλόγες το διαβολικό πνεύμα του παρελθόντος… Πιστεύω ότι ποτέ μέχρι τώρα δεν υπήρξαν τόσο πιστοί φοιτητές όπως εσείς, περήφανοι για τη ζωή, τους στόχους και το καθήκον σας… Το παρελθόν βρίσκεται στις φλόγες και η νέα εποχή θα ανατείλει από τη φλόγα που καίει στις καρδιές σας. Όσο είμαστε ενωμένοι, όσο βαδίζουμε μαζί, θα είμαστε αφοσιωμένοι στο Ράιχ και το μέλλον του…» Όταν ο Γκέμπελς τελείωσε, ακούστηκε ο ύμνος του ναζιστικού κόμματος, καθώς οι φοιτητές έριχναν στην πυρά 25,000 αντιγερμανικά βιβλία Εβραίων και άλλων συγγραφέων.
Στην πραγματικότητα, οι ναζιστές επηρεάστηκαν από το παρελθόν. Το 1817 γερμανικές φοιτητικές οργανώσεις, κατά την 300ή επέτειο των «95 θέσεων» του Μαρτίνου Λουθήρου, διοργάνωσαν φεστιβάλ στο Γιόρτμπεργκ, ένα κάστρο στη Θουριγγία, όπου ο Λούθηρος κατέφυγε μετά τον αφορισμό του. Οι φοιτητές διαδήλωναν υπέρ της ενοποίησης της Γερμανίας και έκαιγαν κείμενα και βιβλία, λογοτεχνικά και επιστημονικά, τα οποία θεωρούσαν αντιγερμανικά (παρομοίως, το 1520 είχαν καεί τα έργα του Λουθήρου με απόφαση του Πάπα και ο ίδιος ο Λούθηρος έκαψε τη σχετική παπική βούλα).
Το 1933 οι ναζιστικές φοιτητικές οργανώσεις είχαν αναλάβει πανεθνική εκστρατεία προπαγάνδας κατά του αντιγερμανικού πνεύματος. Εξέδωσαν καταλόγους με αντιγερμανούς συγγραφείς και δημοσίευσαν τις «12 θέσεις» τους για την καθαρότητα της εθνικής γλώσσας και του πολιτισμού. Στην πυρά, ανάμεσα σε άλλους, παραδόθηκαν τα έργα των Τ. και Χ. Μαν, Μαρξ,  Ένγκελς, Λένιν, Ρεμάρκ, Μπεχτ, Χέμινγουέι, Τσβάιχ, Φρόιντ, Μούζιλ, Προυστ, Ζολά, Τρότσκι, Δαρβίνου, Αινστάιν, Χάσεκ, Έσσε, Κάφκα, Ροτ, Λούξεμπουργκ, Λίμπνεχτ και Χάινε. Ο Χάινε έγραψε στο βιβλίο του «Αλμανσόρ» το 1820-21 τον προφητικό στίχο: «Όπου καίγονται βιβλία, αύριο θα καίγονται άνθρωποι». Ο στίχος είναι χαραγμένος σήμερα στην Πλατεία της Όπερας, εκεί όπου οι ναζί έκαψαν στις 10 Μαΐου 1933 τα 25.000 βιβλία, ανάμεσα στα οποία και τα δικά του. Δίπλα υπάρχει ένα διαφανές τζάμι που βλέπει σε υπόγειο με τα ράφια άδεια από βιβλία. Αρκετοί από τους συγγραφείς που βρίσκονταν τότε εν ζωή, εγκατέλειψαν τη Γερμανία, όπως ο Έσσε, τα αδέλφια Τόμας και Χάινριχ Μαν, ο Ροτ και ο Μπρεχτ. Είναι γνωστό το ποίημα του Μπρεχτ Το κάψιμο των βιβλίων (μεταφρ. Μ. Πλωρίτη):
Όταν διαταγή έβγαλε το καθεστώς να καούνε/Σε δημόσιες πλατείες τα βιβλία που/περικλείουν ιδέες ανατρεπτικές, […]/ένας εξορισμένος/ποιητής, ένας απ' τους καλύτερους,/διαβάζοντας των βιβλίων τον κατάλογο,/με φρίκη του είδε πως τα δικά του/τα είχανε ξεχάσει. Χίμηξε στο γραφείο του/με τις φτερούγες της οργής, κι έγραψε/στους τυράννους ένα γράμμα:/"Κάψτε με!" έγραφε με πένα ακράτητη, "κάψτε με!/Μ' αφήσατε έξω! Δεν μπορείτε να μου το κάνετε αυτό, εμένα!/Την αλήθεια δεν έγραφα πάντα στα βιβλία μου; Και τώρα/μου φερνόσαστε σαν να 'μαι ψεύτης! Σας διατάζω: Κάψτε με!»
Αλλά και στην Ελλάδα, στην Αθήνα (Στύλοι Ολυμπίου Διός), τον Πειραιά, τη Θεσσαλονίκη και αλλού, στη διάρκεια της δικτατορίας του Μεταξά έλαβαν χώρα τελετουργικές πυρές στις οποίες η νεολαία της Ε.Ο.Ν. έκαιγαν βιβλία. Οι βιβλιοπώλες έπρεπε εντός 20 ημερών, σύμφωνα με ένα νόμο του καθεστώτος, να παραδώσουν όσα βιβλία θεωρούνταν ανατρεπτικά. Διαφορετικά αντιμετώπιζαν ποινές φυλακίσεως μέχρι ενός έτους. Είναι χαρακτηριστική η ανακοίνωση που δημοσιεύτηκε στις εφημερίδες: «Η εθνική Φοιτητική Νεολαία Πειραιώς προβαίνουσα εις την εξαφάνισιν διά της πυρράς ολοκλήρου σειράς κομμουνιστικών εντύπων την προσεχήν Κυριακήν ώραν 8 μ.μ. εν τη πλατεία Πασαλιμανίου Πειραιώς, προσκαλεί άπαντας τους εθνικόφρονας νέους, όπως προσέλθουν εν τη πλατεία Τερψιθέας 7 μ.μ. ίνα εν σώματι μεταβούν και συμμετάσχουν εις την τελετήν». Πολλά από τα βιβλία που έκαψε το καθεστώς είναι αντίστοιχα μ’ αυτά που έκαψαν οι ναζί στη Γερμανία: Χάινε, Μαρξ, Ένγκελς, Λένιν, Πλεχάνοφ, Φρόιντ, Δαρβίνος, Ντοστογιέφσκι, Τόλστόι. Μόνο που ο κατάλογος εμπλουτίστηκε και με ελληνικά βιβλία: Ρίτσος, Καρκαβίτσας, Παπαδιαμάντης (!). Παράλληλα, υπό καθεστώς απαγόρευσης τελούσαν και οι Ιστορίαι του Θουκυδίδη και η Αντιγόνη του Σοφοκλή, γιατί αναφέρονταν στη δημοκρατική Αθήνα.
Στην Κύπρο δεν είχαμε τέτοια φαινόμενα. Γιατί αγαπούμε το βιβλίο, θα έλεγε ένας προβοκάτορας, για να πάρει την απάντηση από το νομπελίστα ποιητή Ιωσήφ Μπρόντσκι: «Υπάρχουν και χειρότερα εγκλήματα από το να καίνε βιβλία. Ένα απ’ αυτά είναι να μην  τα διαβάζουν». Η ρήση του σ’ εμάς εδώ, ταιριάζει γάντι.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου